Ηταν 14 Μάρτη του 2003, όταν ο τότε καγκελάριος της
Γερμανίας Γκ. Σρέντερ παρουσίασε το γενικό περίγραμμα της «Ατζέντας
2010», πρόγραμμα που περιλάμβανε σκληρά αντεργατικά μέτρα, με απευθείας
αναφορά στην ευρωενωσιακή «Στρατηγική της Λισαβόνας». Δέκα χρόνια μετά,
σοσιαλδημοκράτες και «φιλελεύθεροι» αναγνωρίζουν τη συνεισφορά του
προγράμματος αντιλαϊκών μεταρρυθμίσεων που εφάρμοσε ο Σρέντερ στη
γερμανική καπιταλιστική οικονομία, την ανάπτυξη και την τόνωση της
ανταγωνιστικότητάς της, εννοείται στις πλάτες των εργαζομένων της χώρας.
«Δεν αμφισβητώ το ρόλο που έπαιξε η Ατζέντα 2010 στην ανάπτυξη», είπε
την περασμένη βδομάδα το κομματικό στέλεχος των Φιλελεύθερων (FDP)
Ράινερ Μπρίντερλε. Ενώ ο πρόεδρος της Κοινοβουλευτικής Ομάδας του SPD
Φρανκ - Βάλτερ Στάινμαγερ, δήλωσε ότι χωρίς αυτές τις μεταρρυθμίσεις «θα
ήμασταν σαν την Ιταλία, τη Γαλλία ή την Ισπανία, θα αντιμετωπίζαμε πιο
σοβαρά προβλήματα»! Οι επιχειρήσεις εννοείται πως άδραξαν αμέσως την
ευκαιρία που τους δόθηκε με τις φιλομονοπωλιακές μεταρρυθμίσεις των
σοσιαλδημοκρατών και στράφηκαν μαζικά στις προσωρινές θέσεις εργασίας,
με αμοιβές πείνας (βλέπε «Ρ», 12/3). Οι άνεργοι υποχρεώθηκαν να
αποδέχονται, επί ποινή διακοπής του επιδόματος ανεργίας, όποια θέση
εργασίας τους προσφέρεται ανεξάρτητα από την ειδικότητά τους, τον τόπο
διαμονής τους κ.λπ. Σήμερα, δέκα χρόνια μετά τις μεταρρυθμίσεις Σρέντερ,
το παράδειγμα της Γερμανίας αποτελεί κόλαφο σε όσους διατείνονται ότι
τα μνημόνια εφευρέθηκαν ειδικά για τον ελληνικό λαό και ότι μ' αυτά η
Ελλάδα απομακρύνεται απ' το «ευρωπαϊκό κεκτημένο» και προσιδιάζει σε
χώρα της Αφρικής, όπως λέει ο ΣΥΡΙΖΑ. Πολύ πριν την εκδήλωση της
καπιταλιστικής κρίσης, η ευρωενωσιακή λυκοσυμμαχία είχε αποτυπώσει σε
συνθήκες και αποφάσεις τη φιλομονοπωλιακή της στρατηγική, πυρήνας της
οποίας είναι τα μέτρα σε βάρος της εργατικής τάξης και των φτωχών λαϊκών
στρωμάτων.
Πολύ πριν «σκάσουν
μύτη» τα μνημόνια στην Ελλάδα, χώρες όπως η Γερμανία προχώρησαν στην
υλοποίηση των αποφάσεων αυτών, τσακίζοντας εργασιακά, ασφαλιστικά
δικαιώματα και κερδίζοντας έδαφος για λογαριασμό των μονοπωλίων τους στο
πλαίσιο του ανταγωνισμού με αυτά άλλων κρατών, μηδέ εξαιρουμένων των
κρατών μελών της ΕΕ. Στην Ελλάδα, το εργατικό κίνημα, με καθοριστική
συμβολή των ταξικών δυνάμεων και του ΚΚΕ, έβαλε κάποια εμπόδια και
καθυστέρησε προαποφασισμένα μέτρα, όπως αυτά που τώρα υλοποιούνται με
όχημα τα μνημόνια και τις δανειακές συμβάσεις με την τρόικα. Συν τοις
άλλοις, επιβεβαιώνεται ότι στον καπιταλισμό καμιά κατάκτηση δεν είναι
διασφαλισμένη και ότι η εποχή των παραχωρήσεων από το κεφάλαιο ακόμα και
στα επιμέρους, έχει περάσει ανεπιστρεπτί. Το παράδειγμα της Γερμανίας
προσφέρεται και για πρόσθετα συμπεράσματα. Σήμερα το σοσιαλδημοκρατικό
SPD αποτιμά αρνητικά την επίδραση των μεταρρυθμίσεων αυτών στην εκλογική
του επιρροή και για την ανάκαμψή της υπόσχεται υποκριτικά, ενόψει των
εκλογών του ερχόμενου φθινοπώρου, «μια νέα κοινωνική ισορροπία στη
χώρα», όπως τιτλοφορεί και το πρόγραμμά του. Ψαρεύει δηλαδή στα θολά
νερά της δυσαρέσκειας του γερμανικού λαού -που βρίσκεται εγκλωβισμένος
μεταξύ Σκύλλας και Χάρυβδης, στα κόμματα που κυριαρχούν στο αστικό
πολιτικό σκηνικό της Γερμανίας- αν και είναι φανερό ότι ούτε δεν
αμφισβητεί ούτε στο ελάχιστο τους κύριους άξονες της μεταρρύθμισης
Σρέντερ. Οι υποσχέσεις του SPD, που σίγουρα κάτι θυμίζουν στον ελληνικό
λαό, αναφέρονται μεταξύ άλλων στη θέσπιση «κανόνων» στην προσωρινή
απασχόληση, στη θεσμοθέτηση κατώτερου μισθού και στην αύξηση της
φορολογίας στους έχοντες! Εχουν ισοπεδώσει τα πάντα για τους
εργαζόμενους, έχουν δώσει τα πάντα στην αστική τάξη της Γερμανίας και
τώρα υπόσχονται προκλητικά να θέσουν «κανόνες» στην καπιταλιστική
βαρβαρότητα.
Η σοσιαλδημοκρατία στη Γερμανία, όπως και
στις άλλες χώρες - μέλη της ΕΕ, μεταξύ αυτών και στην Ελλάδα, έφερε σε
πέρας την αποστολή που της ανέθεσε η άρχουσα τάξη. Διεκπεραίωσε τη
φιλομονοπωλιακή στρατηγική, εφαρμόζοντας παντού με πυγμή την πολιτική
που είχαν ανάγκη τα συμφέροντά των αστών. Κέρδισε με το σπαθί της τον
τίτλο του άξιου πολιτικού εκπροσώπου των μονοπωλίων, ικανού να
ενσωματώνει τις λαϊκές αντιδράσεις και το κίνημα. Μ' αυτή τη
σοσιαλδημοκρατία, στη σύγχρονη εκδοχή της, ο ΣΥΡΙΖΑ αναζητά τώρα
συμμαχίες για να εφαρμόσει το άλλο μείγμα της διαχείρισης που προτείνει.
Δεν είναι μόνο τα πάρε δώσε με τις συναντήσεις Τσίπρα στο Βερολίνο.
Είναι και η δήλωσή του τον περασμένο μόλις Οκτώβρη, ειδικά για τη
γερμανική σοσιαλδημοκρατία, πως «πρέπει να συνειδητοποιήσει ότι ο
συνομιλητής της στην Ελλάδα είναι ο ΣΥΡΙΖΑ, μια παράταξη που έχει
πρόταση για την Ευρώπη»! Μάλιστα, ο Αλ. Τσίπρας καμάρωνε ότι στελέχη της
γερμανικής σοσιαλδημοκρατίας, όπως ο Χ. Σμιτ, συμμερίζονται τις θέσεις
του κόμματός του, αξιοποιώντας έτσι αντιθέσεις ανάμεσα σε κόμματα και
μερίδες της αστικής τάξης στο εσωτερικό της Γερμανίας για να εκθειάσει
τη σοσιαλδημοκρατία και να την εξωραΐσει στα μάτια του ελληνικού λαού.
Αντιθέσεις που εκφράζονται σήμερα και με τη δημιουργία νέου γερμανικού
κόμματος που τιτλοφορείται «Εναλλακτική λύση για τη Γερμανία». Κι εκεί
και εδώ αποδεικνύεται ότι για την αστική τάξη, η διαχείριση της εξουσίας
της είναι πολύ σοβαρή υπόθεση για να την αφήσει στον αυτόματο πιλότο.
Φαίνεται ότι έχει ακόμα εφεδρείες που ανεξάρτητα απ' το μείγμα
διαχείρισης που υπερασπίζονται, στρατηγική τους είναι η υπηρέτηση του
γενικού συμφέροντος των μονοπωλίων και αυτό θα υπηρετήσουν απ' όποια
θέση τους δοθεί.
Πηγή:
Ριζοσπάστης
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου