Για τις πιο συντηρητικές πόλεις της ηπειρωτικής Ελλάδας, η Αθήνα αποτελούσε διπλή απειλή. Το αθηναϊκό δημοκρατικό παράδειγμα προκαλούσε το φόβο των ολιγαρχικών των άλλων πόλεων για μια επανάσταση από τα κάτω. Και ο αυξανόμενος πλούτος και ισχύς της αθηναϊκής αυτοκρατορίας απειλούσε την εύθραυστη ισορροπία δυνάμεων μεταξύ των αντίπαλων πόλεων – κρατών.
Στα μέσα του 5ου πΧ αιώνα, η δημοκρατική – αυτοκρατορία των Αθηνών ηγεμόνευε στην Ελλάδα.
Στον Πελοποννησιακό Πόλεμο (431-404 πΧ) διαμορφώθηκαν δύο μεγάλες αντίπαλες συμμαχίες, η Πελοποννησιακή Συμμαχία και η Αθηναϊκή Συμμαχία. Ο συσχετισμός των δυνάμεων είχε ως εξής:
- Με την Αθήνα συντάχθηκαν οι Πλαταιές, οι περισσότερες πόλεις της Ακαρνανίας, πόλεις της Θεσσαλίας, η Ναύπακτος, η Χίος, η Λέσβος (που αποστάτησε αλλά την επανέφεραν στη συμμαχία) και πολλά νησιά του Αιγαίου, όπως και πόλεις της Ιωνίας και του Ελλησπόντου. Από τα νησιά του Ιονίου και τη Μεγάλη Ελλάδα, η Κέρκυρα και η Ζάκυνθος και μερικές πόλεις της Σικελίας και της Κάτω Ιταλίας. Ο στρατός τους συνολικά αναφέρεται ότι ήταν ο μισός και λιγότερος των αντιπάλων (περί τις 32.000 έναντι 60.000 ή κατ' άλλους 100.000), αλλά ο στόλος των Αθηναίων αριθμούσε πάνω από 300 τριήρεις, χωρίς μάλιστα τα πλοία των συμμάχων τους. Επίσης οι Αθηναίοι είχαν πολύ περισσότερο συγκεντρωμένο χρήμα, αφού είχαν μεταφέρει στην πόλη τους το ταμείο της Δηλιακής Συμμαχίας.
- Με τη Σπάρτη συντάχθηκαν η Κόρινθος και όλες οι πελοποννησιακές πόλεις (εκτός από των Αργείων και των Αχαιών, αν και πολλές αχαϊκές πόλεις στη συνέχεια μετέβαλαν στάση), τα Μέγαρα και όλες οι πόλεις της Βοιωτίας (εκτός των Πλαταιών), μερικές πόλεις της Αιτωλίας, η Φωκίδα, η Αμβρακία και οι πόλεις που κατοικούνταν από τους Λοκρούς. Από το Ιόνιο σύμμαχοί τους ήταν οι Λευκαδίτες και από την Κάτω Ιταλία και Σικελία, μεταξύ άλλων, ο Τάρας (σημερινό Τάραντα) και οι Συρακούσες. Η πελοποννησιακή συμμαχία είχε ιδιαίτερα υπολογίσιμο πεζικό και ιππικό, αλλά ο μόνος αξιόμαχος και πρακτικά αξιοποιήσιμος άμεσα στόλος της, ήταν ο κορινθιακός -πιθανόν περί τις 200 τριήρεις. Σύμφωνα με τον ιστορικό Παπαρρηγόπουλο, ίσως είχαν θεωρητικά διαθέσιμες άλλες 300, από μακρινές όμως περιοχές, όπως της Σικελίας. Η Σπάρτη δεν διέθετε οικονομικό πλούτο. Είχε όμως με το μέρος της την κοινή γνώμη πολλών πόλεων που ήθελαν να απαλλαγούν από την αθηναϊκή κυριαρχία ή απειλή
Όταν η Θήβα επανάστατησε, ο Μέγας Αλέξανδρος με μια αστραπιαία πορεία, διένυσε τα 500 χιλιόμετρα από την Ιλλυρία στη Θήβα σε δώδεκα μέρες.] Μετά από σύντομη αλλά σθεναρή αντίσταση των Θηβαίων κατόρθωσε να τους υποτάξει. Ακολούθως συγκάλεσε το Κοινό των Ελλήνων για να αποφασίσει την τιμωρία της Θήβας και την εφάρμοσε διατάζοντας τον θάνατο έξι χιλιάδων Θηβαίων, να πουληθούν ως δούλοι οι υπόλοιποι τριάντα χιλιάδες κάτοικοι των Θηβών και να ισοπεδωθεί η πόλη. Τόσο τρομερή ήταν η καταστροφή, ώστε ο Αλέξανδρος πήγε προσκυνητής στους Δελφούς για να εξιλεωθεί. Μετά από αυτό καμία ελληνική πόλη δεν αψήφησε ανοιχτά το νεαρό βασιλιά της Μακεδονίας.
Η δημοκρατία είχε ουσιαστικά πεθάνει. Σπαράγματά της έκαναν την εμφάνισή τους κάπου - κάπου και μια τελευταία της αναλαμπή σημειώθηκε κατά τη ρωμαϊκή κατάκτηση το 146 πΧ, όταν σε μια τελευταία προσπάθεια να αντιμετωπίσουν τους Ρωμαίους και τους συνεργάτες τους αριστοκρατικούς μεγαλογαικτήμονες, ανασυστάθηκαν οι παλιές δημοκρατίες. Αλλά όπως και η Κομμούνα του Παρισιού 20 αιώνες αργότερα, η Κορινθιακή Δημοκρατία ηττήθηκε πολεμώντας την αντιδραστική συμμαχία ξένου κατακτητή και ντόπιας άρχουσας τάξης.
Το βασίλειο της Μακεδονίας ήταν ένα υβρίδιο ελληνικού πολιτισμού και βαλκανικού βαρβαρισμού. Ήταν το κέντρο του ελληνισμού ενώ ο Φίλιππος ο Β’ είχε δημιουργήσει ένα στρατό που βασιζόταν εν μέρει στη φάλαγγα των ελληνικών πόλεων- κρατών.
Αλλά η Μακεδονία ήταν και μια συνομοσπονδία φεουδαρχών γαιοκτημόνων και φυλάρχων με συνδετικό ιστό μια αυτοκρατορική μοναρχία. Το αυτοσχέδιο αυτό κρατικό σύστημα ήταν εσωτερικά ασταθές και η βασική μέριμνα του βασιλιά ήταν η διατήρηση της εξουσίας του.
Η αστάθεια γέννησε τον ιμπεριαλισμό. Η εξουσία του βασιλιά βασιζόταν στη δυνατότητα του να εξασφαλίζει προνόμια στους κατά τόπους άρχοντες. Και ο καλύτερος τρόπος για αυτό ήταν ο πόλεμος και τα λάφυρα που απέδιδε. Υπό τη βασιλεία του Φιλίππου του Β’ (360-336 πΧ), το βασίλειο της Μακεδονίας εξαπλώθηκε σε όλη τη νότιο βαλκανική χερσόνησο.
Οι κατακτήσεις απέδιδαν λάφυρα και φόρους υποτέλειας τα οποία χρησιμοποιούνταν για τη χρηματοδότηση του στρατού. Ο οποίος αυξήθηκε κατά πολύ και έγινε ένας επαγγελματικός στρατός. Το βασικό επίτευγμα του Φιλίππου ήταν ότι κατόρθωσε να συνδυάσει τρία ξεχωριστά στοιχεία και να δημιουργήσει μια ανεπανάληπτη στρατιωτική δύναμη.
Οι ορεσίβιες φυλές τροφοδοτούσαν το ελαφρύ πεζικό. Τα αριστοκρατικά στρώματα το ιππικό. Και οι αγρότες τη μακεδονική φάλαγγα. Ο συνδυασμός τους με μεθόδους και αρχές της ελληνικής πολεμικής τέχνης έδωσε ένα συντριπτικό αποτέλεσμα. Ενώ το 338 πΧ είχε συντρίψει τις ελληνικές πόλεις – κράτη στη μάχη της Χαιρώνειας, επτά μόλις χρόνια αργότερα, στα Γαυγάμηλα, συνέτριβε την περσική αυτοκρατορία .
Γιατί όμως αυτή εμμονή των ελλήνων με τη δυτική Ασία; Η απάντηση δίνεται από τη γεωγραφία.
Στην Ελλάδα μπορούσε να καλλιεργηθεί μόνο το 15% του εδάφους: ένα πλήθος μικρών πεδιάδων που χωρίζονται από ορεινούς όγκους. Που ήταν και ο βασικός λόγος της ανεξαρτησίας των πόλεων – κρατών. Το 5ο πΧ αιώνα υπήρχαν συνολικά 1500 πόλεις – κράτη σε όλη τη θεωρούμενη ελληνική επικράτεια.
Η δημοκρατία ανδρώθηκε σε αυτά τα μικροσκοπικά κρατίδια. Η Αθήνα, η μεγαλύτερη πόλη – κράτος είχε ένα πληθυσμό 30000 ενήλικων ανδρών (οι οποίοι συμμετείχαν τη δημοκρατία) σε ένα σύνολο 200000 ανθρώπων (γυναίκες, παιδιά, ξένοι και σκλάβοι). Η δημοκρατία είχε στενή και κατακερματισμένη κοινωνική βάση.
Η γεωπολιτική διαίρεση σήμαινε ατελείωτους πολέμους. Οι συγκρούσεις μεταξύ των σημαντικότερων πόλεων και των συμμάχων έφερναν κατά καιρούς ολοκληρωτικούς πολέμους. Η ελληνική κοινωνία ήταν πάντα έντονα στρατιωτικοποιημένη και αυτή η κατάσταση εντεινόταν όσο τα πλεονάσματα αυξάνονταν και εντείνονταν οι γεωπολιτικοί ανταγωνισμοί. Ο Πελοποννησιακός Πόλεμος ήταν η κορύφωση αυτής της διαδικασίας.
Κανένα κράτος δεν ήταν τόσο ισχυρό ώστε να επιβάλλει διαρκή ηγεμονία. Η Αθήνα ηττήθηκε από τη Σπάρτη το 404 πΧ και η Σπάρτη με τη σειρά της ηττήθηκε από τη Θήβα το 371 πΧ. Οι πόλεις – κράτη παρέμειναν διαιρεμένες μέχρις ότου ο Φίλιππος ο Β’ – το «Λιοντάρι του Βορρά» - δημιουργήσει την αυτοκρατορία του και τις συνενώσει υπό την κυριαρχία του.
Την ίδια στιγμή, η δημοκρατία των πόλεων – κρατών διαβρωνόταν από την αυξανόμενη στρατιωτικοποίηση. Οι μακρινές και μεγάλης διάρκειας εκστρατείες ανέδειξαν μια νέα τάξη επαγγελματιών στρατιωτών. Η εξουσία στην Ελλάδα βασιζόταν στην ισχύ των οπλιτών. Όταν αυτοί προέρχονταν από το σώμα των πολιτών – αγροτών, η δημοκρατία ήταν ισχυρή. Όταν προέρχονταν από την τάξη των επαγγελματιών μισθοφόρων η δημοκρατία υπονομευόταν.
Ο πολιτισμός της αρχαίας Ελλάδας ήταν απαράμιλλης ποιότητας και δυναμισμού αλλά ερχόταν σε αντίθεση με γεωπολιτικό και κοινωνιολογικό πλαίσιο εντός του οποίου αναπτύχθηκε. Η δημοκρατία δεν έγινε η γενική κατάσταση ούτε εντός των πόλεων ούτε μεταξύ των πόλεων. Η Μακεδονία, από την άλλη μεριά, βασίστηκε στα επιτεύγματα του ελληνικού πολιτισμού και τα χρησιμοποίησε για να δημιουργήσει ένα στρατιωτικό σύστημα που μπόρεσε να μεταμορφώσει ένα μετρίου μεγέθους βασίλειο σε μια τεράστια αυτοκρατορία και να ενώσει τον ελληνικό κόσμο.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου