Μεταγνώσεις

«Ηταν οι καλύτερες μέρες, ήταν οι χειρότερες μέρες, ήταν τα χρόνια της σοφίας, ήταν τα χρόνια της άνοιας, ήταν η εποχή της πίστης, ήταν η εποχή της ολιγοπιστίας, η εποχή του Φωτός και η εποχή του Σκότους, ήταν η άνοιξη της ελπίδας και ήταν ο χειμώνας της απελπισίας, είχαμε μπρος μας τα πάντα, είχαμε μπρος μας το τίποτε, πηγαίναμε όλοι στον Παράδεισο, πηγαίναμε όλοι στο αντίθετό του»
Ch Dickens, A Tale of Two Cities

«Εσύ κι εγώ Ζόιντ, είμαστε σαν τον Μπιγκ Φουτ. Οι καιροί περνούν, εμείς ποτέ δεν αλλάζουμε…»
Τ Πύντσον, Vineland

«Οι άνθρωποι κάνουν την ίδια τους την Ιστορία, δεν την κάνουν όμως κάτω από ελεύθερες συνθήκες, που διάλεξαν μόνοι τους, μα κάτω από συνθήκες που βρέθηκαν άμεσα, που δόθηκαν και κληρονομήθηκαν από το παρελθόν.»
K Μαρξ, Η 18η Μπρυμαίρ του Λουδοβίκου Βοναπάρτη

«Αυτοί που ελέγχουν το Μικροσκοπικό, ελέγχουν τον κόσμο»
Τ Πύντσον,
Mason & Dixon

Σάββατο 22 Νοεμβρίου 2014

Σπορ και Εθνικισμός (1)

(από το βιβλίο του Tony Collins «Sport in Capitalist Society. A short History», Routledge, 2013. Μτφ. Crying Wolf)


[…] 
Οι πόλεμοι της Βρετανίας με την επαναστατική Γαλλία και το Ναπολέοντα εμπέδωσαν και νομιμοποίησαν την αναδυόμενη σχέση μεταξύ βρετανικού εθνικισμού και σπορ. Οι αρχές της αμεροληψίας και του ευ αγωνίζεθαι που έγιναν οι κεντρικές ιδέες των βρετανικών σπορ, δεν ήταν οι μοναδικές συνέπειες της Γαλλικής Επανάστασης και των μετασεισμικών της δονήσεων πάνω στα σπορ. Πράγματι, η επανάσταση και η επίδρασή της έθεσαν τις βάσεις για μια θεμελιώδη αλλαγή στον τρόπο με τον οποίο θα αναπτύσσονταν τα σπορ στη συνέχεια αλλά και στο πολιτιστικό τους νόημα. Από εδώ και στο εξής, τα σπορ και ο εθνικισμός γίνονται αδιαχώριστοι.

Η διαπλοκή εθνικισμού και σπορ δεν περιορίστηκε στη Βρετανία (3). Στη Γερμανία, η ταπείνωση από τη ναπολεόντεια κατοχή οδήγησε τους Γερμανούς εθνικιστές στη δημιουργία των «Turnverein» (στμ.: Αθλητικοί σύλλογοι), ένα ολοφάνερα εθνικιστικό αθλητικό κίνημα. Η γυμναστική έγινε μέρος της γερμανικής εκπαίδευσης στα τέλη του 18ου αιώνα και ο σημαντικότερος υποστηρικτής της, ο J.C.F. GutsMuths δημοσίευσε το 1793 τη «Γυμναστική για τη νεολαία».

Το 1811, ο δάσκαλος  Friedrich Ludwig Jahn ίδρυσε στο Βερολίνο ένα ανοιχτό γυμναστήριο που συνδύαζε τη φυσική άσκηση με τη διδασκαλία εθνικιστικής πολιτικής. Πολλοί, εμπνευσμένοι από το παράδειγμα του Friedrich Ludwig Jahn, τον μιμήθηκαν και παρόμοιοι χώροι δημιουργήθηκαν σε όλη τη Γερμανία. Πολλοί από τους συμμετέχοντες πήραν μέρος και στον αγώνα κατά της Γαλλίας, ως μέλη Lόtzowsches Freikorps (στμ.: εθελοντικά σώματα που δημιουργήθηκαν από τον A. W von Lützow) (4).

Θιασώτης της γερμανικής ενοποίησης και του δημοκρατικού συντάγματος, ο Jahn δεν ήταν ριζοσπάστης: «Οι Πολωνοί, οι Γάλλοι, οι παπάδες, οι αριστοκράτες και οι Εβραίοι ήταν η κακοδαιμονία της Γερμανίας», έγραφε το 1810 (5). Εμπνευσμένοι από τον Jahn, γερμανοί εθνικιστές φοιτητές διοργάνωσαν το φεστιβάλ του Wartburg και διαμαρτυρόμενοι για την αποτυχία του Συνεδρίου της Βιέννης να επικυρώσει την ενοποίηση της Γερμανίας, έκαψαν αντιγερμανικά βιβλία και σύμβολα της γαλλικής κατοχής. Κατά τον ίδιο τρόπο που οι βρετανοί, όπου κι αν πήγαιναν, κουβαλούσαν μαζί τους και τα σπορ έτσι κι οι γερμανοί έπαιρναν μαζί τους τη γυμναστική και τους αθλητικούς συλλόγους (6).

Τίποτε άλλο δεν προώθησε την άνοδο της γυμναστικής όσο η εθνική ταπείνωση. Μια παρόμοια κατάσταση οδήγησε και στη δημιουργία αυτών που έγιναν γνωστά ως σουηδική σχολή της γυμναστικής. Μετά τη Συνθήκη του Τιλσίτ  μεταξύ του Ναπολέοντα και της Ρωσίας του τσάρου Αλέξανδρος του 1ου, η Ρωσία επιτέθηκε στη Σουηδία το 1808 και της απέσπασε τη Φιλανδία. Όπως και στη Γερμανία, δημιουργήθηκε εθνικιστικό κίνημα με στόχο την αποκατάσταση της εθνικής περηφάνιας και του σουηδικού πολιτισμού.

Ο λαϊκός ποιητής Per Henrik Ling,ουσιαστικά το σουηδικό ισοδύναμο του Jann, ανέπτυξε ένα σύστημα παιδαγωγικών ασκήσεων συνδυασμένων με στρατιωτικούς σκοπούς και το 1813 εκλέχτηκε  πρώτος διευθυντής του Βασιλικού Ινστιτούτου Γυμναστικής (7). Καθώς όμως μετά τη Συνθήκη του Κιέλου το 1814, η Σουηδία έπαψε να είναι στρατιωτική απειλή, η σουηδική γυμναστική έχασε το μιλιταριστική της διάσταση και στα τέλη του 19ου αιώνα έγινε ιδιαιτέρως δημοφιλής μεταξύ των αγγλόφωνων παιδαγωγών (8).


Η ήττα των εθνικών απελευθερωτικών κινημάτων κατά τις επαναστάσεις του 1848, έδωσε ώθηση στο τσεχικής εμπνεύσεως γυμναστικό κίνημα του Sokol (στμ.: γεράκι στη σλαβική). Το κίνημα αυτό, εμπνευσμένο από τους γερμανικούς Turnverein, ιδρύθηκε από τον Miroslav Tyrš το 1862 και ήταν φανερά εθνικιστικό με διακηρυγμένο στόχο την ανεξαρτησία της Τσεχίας από την Αυστρο-ουγγρική αυτοκρατορία (9). Ήταν επίσης βαθύτατα μιλιταριστικό και τα μέλη του φορούσαν στολές και λάμβαναν στρατιωτική εκπαίδευση. Η ιστορικά σλαβόφιλη φύση του τσέχικου εθνικισμού έδωσε ώθηση στο Sokol να γίνει κάτι σαν παν-σλαβικό κίνημα με παραρτήματα και δεσμούς στη Σλοβενία (1868), την Κροατία (1874) και τη Σερβία (1891).

Μετά την ταπεινωτική ήττα της Ρωσίας από την Ιαπωνία του 1905, το Sokol έγινε δημοφιλές και στη Ρωσία, δείχνοντας για ακόμη μια φορά τη διασύνδεση ταπεινωτικής ήττας – ανόδου της γυμναστικής (10)

Αναφορές

3 The impetus that the French Revolution gave to nationalism across Europe is of course well documented. For an outline see E.J. Hobsbawm, Nations and Nationalism Since 1780, Cambridge, 1990.
4 Christiane Eisenberg, ‘Charismatic Nationalist Leader: Turnvater Jahn’, International Journal of the History of Sport, vol. 13, no. 1 (1996), pp. 14–27. Heikki Lempa, Beyond the Gymnasium: Educating the Middle-class Bodies in Classical Germany, Lexington, 2007, pp. 67–111.
5 This is often cited but rarely referenced. It comes from Jahn’s 1810 work Deutsches Volksthum – see David J. Rosenberg, Towards a Cosmopolitanism of Self-difference: Heinrich Heine and Madame de Stael between France and Germany, unpublished PhD thesis, University of Santa Barbara, 2008, p. 4.
6 Roland Naul, ‘History of Sport and Physical Education in Germany’, in Roland Naul and Ken Hardman (eds), Sport and Physical Education in Germany, London, 2002, pp. 15–27.
7 William J. Baker, Sports in the Western World, Illinois, 1988, p. 100–1.
8 See, for example, Gertrud Pfister, ‘Cultural Confrontations: German Turnen, Swedish Gymnastics and English Sport’, Culture, Sport and Society, vol. 6, no. 1 (2003), pp. 61–91.
9 Fridolνn Machαcˇek, ‘The Sokol Movement: Its Contribution to Gymnastics’, Slavonic and East European Review, vol. 17, no. 49 (1938), pp. 73–90.
10 Claire E. Nolte, The Sokol in the Czech Lands to 1914: Training for the Nation, London, 2002.

(συνεχίζεται)

Παρασκευή 21 Νοεμβρίου 2014

Ο καπιταλισμός και η γέννηση των σύγχρονων σπορ (5)

(από το βιβλίο του Tony Collins «Sport in Capitalist Society. A short History», Routledge, 2013. Μτφ. Crying Wolf)

Η άρση των περιορισμών στη Τύπο στα τέλη του 17ου αιώνα, έδωσε μεγάλη ώθηση στην ανάπτυξη εθνικών και τοπικών εφημερίδων και περιοδικών. Η πρώτη καθημερινή εφημερίδα, η «Daily Courant», κυκλοφόρησε το 1702 και ακολούθησαν πολλές. Πάνω από 30 τοπικές εφημερίδες κυκλοφόρησαν μεταξύ 1695 και 1730. Κυκλοφόρησαν και περιοδικά, με γνωστότερα το «Tatler» (1709) και το «Gentleman’s Magazine» (1730-31) (28).

Ο έντυπος καπιταλισμός και τα σπορ ανέπτυξαν μια συμβιωτική και αλληλοεξαρτώμενη σχέση ήδη από τις αρχές του 18ου αιώνα. Είναι αλήθεια ότι τα σπορ δεν θα μπορούσαν να αναπτυχθούν ή/και να κωδικοποιηθούν χωρίς την παράλληλη ανάπτυξη των εφημερίδων και των περιοδικών. Και αυτό έγινε ο σιδηρούς νόμος των σπορ. Όπως θα δούμε, στη Βρετανία του 18ου αιώνα, στις ΗΠΑ του 19ου και στη Γαλλία και Ιαπωνία του 20ου, ο Τύπος ήταν τόσο ο οδηγός των εμπορικών σπορ όσο και ο μεγάλος ευεργετούμενος-θέση που πήραν η τηλεόραση και το ραδιόφωνο στη διάρκεια του 20ου αιώνα. Ήδη από το πρώτο μισό που 18ου αιώνα, οι εφημερίδες κέρδιζαν από τα σπορ μέσω σχετικών διαφημίσεων και παραχώρησαν αρκετό χώρο στη σχετική ειδησεογραφία. Από την άλλη μεριά, τα σπορ κέρδιζαν δημοσιότητα και έγιναν μέρος της καθημερινότητας. Το Weekly Journal διαφήμιζε αγώνες πυγμαχίας ήδη από το 1715 ενώ στα τέλη της δεκαετίας του 1720 οι διαφημίσεις των σπορ ήταν καθημερινό φαινόμενο (29). Ακόμη περισσότερο, οι αναφορές του Τύπου στα σπορ αντανακλούσαν και διαμόρφωναν τη γενικότερη σχέση τους με την κοινωνία. Αυτό μπορεί αν το δει κανείς στις προσκλήσεις σε μονομαχία που δημοσίευαν οι πυγμάχοι και από τις ανακοινώσεις των προσεχών αγώνων. Το 1727 ο John Whitacre περιέγραφε τον εαυτό του ως «τον διάσημο γελαδάρη του Lincolnshire» ο οποίος ήταν «ο πιο ατρόμητος και σκληρός άνδρας που ανέβηκε ποτέ στον ρινγ». Ο αντίπαλος του, John Gretton, απαντούσε ότι θα «έδινε σ΄ αυτή τη θρασύτατη πορδή τέτοιο ξύλο που δεν ξανατολμούσε να προκαλέσει ξανά κάποιον σαν εμένα – το πρωταθλητή του κόσμου» (30). Κατ΄αυτόν τον τρόπο, η αφήγηση της πρόκλησης, της αμφισβήτησης και του ανταγωνισμού – κεντρικής σημασίας στην ανάπτυξη της καπιταλιστικής κοινωνίας – ενσωματώθηκε στον πρωτοεμφανιζόμενο κόσμο των σπορ του 18ου αιώνα.



Η ανάπτυξη των σπορ ως μέρους της ευρύτερης βιομηχανίας της διασκέδασης δεν ούτε ομοιογενής ούτε εξίσου κατανεμημένη στη Βρετανία. Το κέντρο της ήταν κυρίως στην δυναμική καπιταλιστική του Λονδίνου του 18ου αιώνα και στη νοτιοανατολική ενδοχώρα. Το 1700 το Λονδίνο ήταν η μεγαλύτερη πόλη του κόσμου, με αύξηση του πληθυσμού της από 200000 κατοίκους το 1600 σε περισσότερο από μισό εκατομμύριο. Κυριαρχούσε στο εμπόριο και τη βιομηχανία της Βρετανίας και της εμβρυακής της αυτοκρατορίας, ελέγχοντας το 80% των εισαγωγών και το 70% των εξαγωγών. Το 1750 ήταν η πόλη του 11% του αγγλικού πληθυσμού και εκτιμάται ότι ένας στους έξι κατοίκους της χώρας είχε ζήσει εκεί για κάποιο διάστημα της ζωής του (11). Ο πλούτος της πόλης δημιούργησε τις βάσεις για την πλούσια πολιτιστική της ζωή, την ανάπτυξη της εμπορικής διασκέδασης και της κουλτούρας της κατανάλωσης. Όπως είχε παρατηρήσει και ο Dr. Samuel Johnson, «όταν κάποιος βαρεθεί το Λονδίνο, σημαίνει ότι έχει βαρεθεί τη ζωή. Γιατί ό,τι αναζητά κανείς από τη ζωή, το Λονδίνο μπορεί να το προσφέρει » (32). Το Λονδίνο και η νοτιοανατολική ενδοχώρα ήταν τα χωνευτήρια μέσα στα οποία μετασχηματίστηκαν τα σπορ και από επαρχιακές, μη οργανωμένες δραστηριότητες έγιναν αυτό που είναι σήμερα. Έγινε το ίδιο που είχε γίνει με το θέατρο, τη μουσική, τη λογοτεχνία και τόσες άλλες βιομηχανίες του ελεύθερου χρόνου: μετασχηματίστηκαν από την ανάπτυξη του καπιταλισμού. Αυτές οι οικονομικές αλλαγές δεν έκαναν τα σπορ απλώς μια εμπορική δραστηριότητα αλλά οδήγησαν και σε θεμελιώδεις αλλαγές στους τρόπους με τους οποίους παίζονταν, οργανώνονταν και ρυθμίζονταν. Οι διεργασίες αυτές μπορούν να ανιχνευτούν και στα τρία σημαντικά σπορ εκείνης της περιόδου: την ιππασία, την πυγμαχία και το κρίκετ.


Αναφορές
28 Raymond Williams, The Long Revolution, London, 1961, pp. 202–12. Michael
Harris, ‘Sport in the Newspapers before 1750: Representations of Cricket, Class and
Commerce in the London Press’, Media History, vol. 4, no. 1 (1998), pp. 19–28.
29 The earliest newspaper advertisement for boxing I have been able to locate is in the Weekly Journal With Fresh Advices Foreign and Domestick, 16 April 1715.
30 TheWhitacre–Gretton exchange can be found in theDailyPost (London), 13November 1727.
31 Eric Hobsbawm, Industry and Empire, pp. 63–5.
32 James Boswell, The Life of Samuel Johnson, London, 1907, vol. 2, p. 720. Pierce Egan notes the centrality of London to sport in the 1700s in his Boxiana, 1818 edition, p. 136.

(συνεχίζεται)