Μεταγνώσεις

«Ηταν οι καλύτερες μέρες, ήταν οι χειρότερες μέρες, ήταν τα χρόνια της σοφίας, ήταν τα χρόνια της άνοιας, ήταν η εποχή της πίστης, ήταν η εποχή της ολιγοπιστίας, η εποχή του Φωτός και η εποχή του Σκότους, ήταν η άνοιξη της ελπίδας και ήταν ο χειμώνας της απελπισίας, είχαμε μπρος μας τα πάντα, είχαμε μπρος μας το τίποτε, πηγαίναμε όλοι στον Παράδεισο, πηγαίναμε όλοι στο αντίθετό του»
Ch Dickens, A Tale of Two Cities

«Εσύ κι εγώ Ζόιντ, είμαστε σαν τον Μπιγκ Φουτ. Οι καιροί περνούν, εμείς ποτέ δεν αλλάζουμε…»
Τ Πύντσον, Vineland

«Οι άνθρωποι κάνουν την ίδια τους την Ιστορία, δεν την κάνουν όμως κάτω από ελεύθερες συνθήκες, που διάλεξαν μόνοι τους, μα κάτω από συνθήκες που βρέθηκαν άμεσα, που δόθηκαν και κληρονομήθηκαν από το παρελθόν.»
K Μαρξ, Η 18η Μπρυμαίρ του Λουδοβίκου Βοναπάρτη

«Αυτοί που ελέγχουν το Μικροσκοπικό, ελέγχουν τον κόσμο»
Τ Πύντσον,
Mason & Dixon

Σάββατο 5 Ιανουαρίου 2013

KARL MARX – FRIEDRICH ENGELS ΓΕΡΜΑΝΙΚΗ ΙΔΕΟΛΟΓΙΑ


 KARL MARX – FRIEDRICH ENGELS
ΓΕΡΜΑΝΙΚΗ ΙΔΕΟΛΟΓΙΑ

[...] Οι σκέψεις της κυρίαρχης τάξης είναι σε κάθε περίοδο οι κυρίαρχες σκέψεις, δηλαδή η τάξη που αποτελεί την κυρίαρχη υλική δύναμη της κοινωνίας είναι ταυτόχρονα η κυρίαρχη πνευματική της δύναμη. Η τάξη που διαθέτει τα μέσα για την υλική παραγωγή, διαθέτει έτσι ταυτόχρονα και τα μέσα της πνευματικής παραγωγής, ώστε με τον τρόπο αυτόν της υποτάσσονται κατά μέσο όρο οι σκέψεις εκείνων που δεν διαθέτουν τα μέσα της πνευματικής παραγωγής. Οι κυρίαρχες σκέψεις δεν είναι τίποτε άλλο από την ιδεατή έκφραση των κυρίαρχων υλικών σχέσεων, οι κυρίαρχες υλικές σχέσεις που έχουν συλληφθεί ως σκέψεις· δηλαδή οι σχέσεις που καθιστούν ακριβώς μια τάξη κυρίαρχη, δηλαδή οι σκέψεις της κυριαρχίας της. Τα άτομα που αποτελούν την κυρίαρχη τάξη, έχουν μεταξύ άλλων και συνείδηση και συνεπώς σκέφτονται· εφόσον λοιπόν κυριαρχούν ως τάξη και καθορίζουν το συνολικό εύρος μιας ιστορικής περιόδου, είναι αυτονόητο ότι το κάνουν αυτό σε πλήρες εύρος, δηλαδή μεταξύ άλλων κυριαρχούν επίσης ως διανοητές, ως παραγωγοί σκέψεων, καθορίζουν την παραγωγή και κατανομή των σκέψεων της περιόδου τους· δηλαδή οι σκέψεις τους είναι οι κυρίαρχες σκέψεις της περιόδου. Για παράδειγμα, σε μια περίοδο και σε μια χώρα όπου η βασιλική δύναμη, η αριστοκρατία και η αστική τάξη αγωνίζονται για την κυριαρχία, εκεί δηλαδή όπου η κυριαρχία είναι διαιρεμένη, αναδεικνύεται ως κυρίαρχη σκέψη το δόγμα της διαίρεσης των εξουσιών, η οποία πλέον διατυπώνεται ως «αιώνιος νόμος».

Ο καταμερισμός της εργασίας, τον οποίο ήδη προηγουμένως απαντήσαμε ως μία των κυριότερων δυνάμεων της μέχρι σήμερα ιστορίας, εκφράζεται και στην κυρίαρχη τάξη ως καταμερισμός της πνευματικής και της υλικής εργασίας, ώστε εντός αυτής της τάξης το ένα τμήμα εμφανίζεται ως οι διανοητές αυτής της τάξης (οι ενεργοί στοχαστές ιδεολόγοι της, οι οποίοι καθιστούν κύρια προσοδοφόρα απασχόλησή τους τη διαμόρφωση της ψευδαίσθησης αυτής της τάξης για τον εαυτό της), ενώ οι άλλοι συμπεριφέρονται περισσότερο παθητικά και αποδεκτικά σ’ αυτές τις σκέψεις και τις ψευδαισθήσεις, διότι στην πραγματικότητα είναι τα ενεργά μέλη αυτής της τάξης και έχουν λιγότερο χρόνο να θρέφουν σκέψεις και ψευδαισθήσεις γι’αυτούς τους ίδιους. Εντός αυτής της τάξης ο διχασμός αυτός μπορεί μάλιστα να αναπτυχθεί σε συγκεκριμένη αντιπαλότητα και εχθρότητα των δύο μερών, η οποία, όμως, με κάθε πρακτική σύγκρουση όπου κινδυνεύει η ίδια η τάξη, εκπίπτει από μόνη της, όπως άλλωστε αφανίζεται και η επίφαση ως εάν οι κυρίαρχες σκέψεις να μην ήταν οι σκέψεις της κυρίαρχης τάξης και ότι δήθεν είχαν δύναμη ξεχωριστή από τη δύναμη αυτής της τάξης. Η ύπαρξη επαναστατικών σκέψεων σε μια συγκεκριμένη περίοδο προϋποθέτει ήδη την ύπαρξη μιας επαναστατικής τάξης, για τις προϋποθέσεις της οποίας ειπώθηκαν ήδη προηγουμένως τα αναγκαία.

Εάν λοιπόν κανείς κατά τη σύλληψη της ιστορικής πορείας αποκόψει τις σκέψεις της κυρίαρχης τάξης από την κυρίαρχη τάξη, εάν τις καταστήσει αυτοτελείς, θα παραμείνει στο σημείο ότι σε μια περίοδο κυριάρχησαν αυτές και αυτές οι σκέψεις χωρίς να νοιάζεται για τις συνθήκες της παραγωγής και για τους παραγωγούς αυτών των σκέψεων, εάν αφαιρέσει δηλαδή τα άτομα και τις κοσμικές συνθήκες στις οποίες βασίζονται οι ιδέες, τότε μπορεί, για παράδειγμα, να πει ότι κατά την περίοδο κυριαρχίας της αριστοκρατίας κυριαρχούσαν οι έννοιες τιμή, πίστη κ.λπ., κατά τη διάρκεια της αστικής κυριαρχίας οι έννοιες ελευθερία, ισότητα κ.λπ. Αυτές οι «κυρίαρχες έννοιες» θα έχουν τόσο πιο γενική και περιεκτική μορφή όσο περισσότερο η κυρίαρχη τάξη είναι αναγκασμένη να παραθέσει το συμφέρον της ως συμφέρον όλων των μελών της κοινωνίας. Η ίδια η κυρίαρχη τάξη έχει κατά μέσον όρο την παράσταση ότι κυριαρχούσαν αυτές οι έννοιές της και τις διαχωρίζει από τις κυρίαρχες παραστάσεις προηγούμενων περιόδων μόνον από το ότι τις παραθέτει ως αιώνιες αλήθειες. Η ίδια η κυρίαρχη τάξη φαντάζεται κατά μέσον όρο κάτι τέτοιο. Αυτή η αντίληψη περί ιστορίας, η οποία είναι κοινή σε όλους τους ιστοριογράφους κυρίως από τον 18ο αιώνα, θα σκοντάψει αναγκαστικά στο φαινόμενο ότι κυριαρχούν όλο και πιο αφηρημένες σκέψεις, δηλαδή σκέψεις που λαμβάνουν όλο και περισσότερο την μορφή της γενικότητας. Κάθε νέα τάξη η οποία τίθεται στη θέση μιας άλλης που κυριαρχούσε πριν από αυτήν, είναι αναγκασμένη, ήδη για να διεκπεραιώσει το σκοπό της, να παραθέσει το συμφέρον της ως το κοινό συμφέρον όλων των μελών της κοινωνίας, δηλαδή με ιδεατή έκφραση: να αποδώσει στις σκέψεις της τη μορφή της γενικότητας, να την παραθέσει ως την μοναδική έλλογη, γενικά ισχύουσα. Η επαναστατική τάξη, ήδη επειδή βρίσκεται αντιμέτωπη με μια τάξη, εμφανίζεται εκ των προτέρων όχι ως τάξη άλλα ως εκπρόσωπος της συνολικής κοινωνίας, εμφανίζεται ως η συνολική μάζα της κοινωνίας απέναντι στην μοναδική, κυρίαρχη τάξη. Μπορεί να το κάνει αυτό διότι στην αρχή το συμφέρον της συναρτάται πραγματικά σε μεγάλο βαθμό με το κοινό συμφέρον όλων των υπόλοιπων μη κυρίαρχων τάξεων, καθώς υπό την πίεση των μέχρι τώρα συνθηκών δεν μπορούσε να αναπτυχθεί ως ιδιαίτερο συμφέρον μιας ιδιαίτερης τάξης. Η νίκη της ωφελεί συνεπώς επίσης πολλά άτομα των υπόλοιπων τάξεων που δεν έχουν καταλήξει στην κυριαρχία, αλλά αυτό μόνον εφόσον θέτει πλέον αυτά τα άτομα στη θέση να ανέλθουν στην κυρίαρχη τάξη. Όταν η γαλλική αστική τάξη κατέρριψε την κυριαρχία της αριστοκρατίας, κατέστησε δυνατό για πολλούς προλετάριους να υπερβούν το προλεταριάτο, αλλά μόνον εφόσον έγιναν αστοί. Κάθε νέα τάξη συγκροτεί λοιπόν την κυριαρχία της σε διαρκώς μεγαλύτερη βάση απ’ ότι οι μέχρι τότε κυρίαρχες τάξεις, ενώ αργότερα η αντίθεση μεταξύ των μη κυρίαρχων προς την κυρίαρχη τάξη αναπτύσσεται με τόσο μεγαλύτερη οξύτητα και βάθος. Μέσα από τα δύο αυτά στοιχεία καθορίζεται το ότι ο αγώνας που μέλλει να διεξαχθεί ενάντια σ’αυτή τη νέα κυρίαρχη τάξη εργάζεται προς μια καθοριστικότερη, ριζοσπαστικότερη άρνηση των μέχρι σήμερα κοινωνικών συνθηκών απ’ότι μπορούσαν να το κάνουν όλες οι τάξεις που μέχρι σήμερα επιδίωκαν την εξουσία.
Όλη αυτή η επίφαση, ως εάν η κυριαρχία μιας συγκεκριμένης τάξης να είναι μόνον η κυριαρχία ορισμένων σκέψεων, παύει βεβαίως αφ’ εαυτής από τη στιγμή που παύει εν γένει η κυριαρχία των τάξεων να αποτελεί τη μορφή της κοινωνικής διάταξης, από τη στιγμή δηλαδή που δεν είναι πλέον αναγκαίο να παρατίθεται ένα ιδιαίτερο συμφέρον ως γενικό ή να παρατίθεται «το Γενικό» ως κυρίαρχο.
Στη μεγάλη βιομηχανία και στον ανταγωνισμό όλες οι συνθήκες ύπαρξης, οι καθοριστικότητες και οι μονοπλευρικότητες των ατόμων έχουν συντηχθεί στις δύο απλούστατες μορφές: ατομική ιδιοκτησία και εργασία. Με το χρήμα κάθε μορφή συναλλαγής όπως και η ίδια η συναλλαγή έχει τεθεί ως τυχαία για τα άτομα. Οφείλεται λοιπόν στο χρήμα ότι όλη η μέχρι σήμερα συναλλαγή ήταν συναλλαγή των ατόμων υπό ορισμένες συνθήκες, όχι των ατόμων ως ατόμων. Αυτές οι συνθήκες έχουν μειωθεί σε δύο – συσσωρευμένη εργασία ή ατομική ιδιοκτησία [αφενός], ή πραγματική εργασία [αφετέρου]. Εάν παύσει μία από τις δύο, τότε ανακόπτεται η συναλλαγή. Οι ίδιοι οι σύγχρονοι οικονομολόγοι, π.χ. ο Sismondi, ο Cherbuliez κ.λπ. αντιπαραθέτουν την association des individus [ένωση των ατόμων] στην association des capitaux [ένωση των κεφαλαίων]. Από την άλλη πλευρά τα άτομα έχουν πλήρως υπαχθεί στον καταμερισμό της εργασίας και με τον τρόπο αυτόν έχουν περιέλθει στην πληρέστερη μεταξύ τους εξάρτηση. Η ατομική ιδιοκτησία, εφόσον εντός της εργασίας αντιπαρατίθεται στην εργασία, αναπτύσσεται από την αναγκαιότητα της συσσώρευσης και στην αρχή έχει ακόμη τη μορφή της κοινότητας, αλλά με την περαιτέρω εξέλιξη προσεγγίζει όλο και περισσότερο τη νεωτερική μορφή της ατομικής ιδιοκτησίας. Μέσω του καταμερισμού της εργασίας είναι ήδη εκ των προτέρων δεδομένος ο καταμερισμός επίσης των εργασιακών συνθηκών, των εργαλείων και των υλικών και συνεπώς ο κατακερματισμός του συσσωρευμένου κεφαλαίου σε διαφορετικούς ιδιοκτήτες, και συνεπώς ο κατακερματισμός μεταξύ κεφαλαίου και εργασίας, και οι διάφορες μορφές της ιδιοκτησίας. Όσο περισσότερο διαμορφώνεται ο καταμερισμός της εργασίας και όσο περισσότερο αυξάνεται η συσσώρευση, τόσο οξύτερα διαμορφώνεται και αυτός ο κατακερματισμός. Η ίδια η εργασία μπορεί να υπάρξει μόνον υπό την προϋπόθεση αυτού του κατακερματισμού.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου