Προς το παρόν, οι Ιταλοί φασίστες κρύβονται πίσω από τον πολιτισμό. Έτσι όμως πως βαδίζουν τα πράγματα, είναι ζήτημα χρόνου να σπάσει και εεκί το αυγό και αρχίσει η διάχυση του δηλητηρίου. Η αντιαστική και σοσιαλίζουσα ρητορική του φασισμού ασκεί μεγάλη γοητεία στις απελπισμένες μάζες. Εδώ, ως προοίμιο του κατατοπιστικού άρθρου του Μ Ζερμπίνο, ένα χαρακτηριστικό ποιήμα αντιαστικής και σοσιαλίζουσα ρητορικής, το Κάντο XLV – Με την Τοκοφλυφία του Ε Πάουντ (μτφρ: Γιώργος Μπλάνας), εμβληματική μορφή του φασισμού, στην οποία ρητώς αναφέρεται η νεοφασιστική ιταλική οργάνωση.
Με την τοκογλυφία,
δεν φτιάχνουν σπίτια οι άνθρωποι γερά:
η κάθε πέτρα λαξεμένη και βαλμένη στη θέση της σωστά
να στρώσει απάνω ο σοβάς, να δέσει
ο σκελετός, να κάτσουν τα στολίδια.
Με την τοκογλυφία
δεν ζωγραφίζουν οι άνθρωποι
παράδεισους στις εκκλησίες
μετά βαΐων και κλάδων,
την παναγιά να δέχεται τον άγγελο εξ ουρανών
κι απάνω εκεί στο πρόχειρο μολύβωμα να λάμπει
το φωτοστέφανό της….
Με την τοκογλυφία,
κρίμα μεγάλο κι άδικο ενάντια την φύση,
κάτι μπαγιάτικα αποφάγια το ψωμί σου
χάρτινο το ψωμί σου,
χωρίς το στάρι των βουνών και το σκληρό αλεύρι
Casa Pound Italia: για τον φασισμό του 21ου αιώνα
Toυ Μάρκο Ζερμπίνο
Ο φασισμός ήταν επανάσταση, η μοναδική που συντελέστηκε
πραγματικά σε αυτή τη χώρα και, κατά τη γνώμη μου,
αντιπροσώπευε ένα προοδευτικό κοινωνικό όραμα, μια
άνθηση της τέχνης, της τιμιότητας, της ειρωνείας.
Gianluca Iannone
Ο δέκατος ένατος αιώνας είναι νεκρός.
Ο εικοστός αιώνας είναι νεκρός.
Εμείς, αντίθετα, αισθανόμαστε περίφημα.
Από το Manifesto dell’estremocentroalto
Φλωρεντία,
13 Δεκεμβρίου 2011. Είναι περίπου 12:30 το μεσημέρι όταν ο Gianluca
Casseri, 50 ετών, παρκάρει το αυτοκίνητό του κοντά στην υπαίθρια αγορά
της Πιάτσα Νταλμάτσια, στα βόρεια προάστια της πόλης, και κατευθύνεται
με γρήγορα βήματα προς το σημείο όπου συνήθως κάθονται μόνο πλανόδιοι
μικροπωλητές από την Αφρική. Μόλις φτάνει στο σημείο, ο άντρας πυροβολεί
μερικές φορές με το ρεβόλβερ που κρατάει, ένα Μάγκνουμ 35 7. Στο έδαφος
κείτονται τα άψυχα σώματα του Samb Modou, 40 ετών, και του Diop Mor, 54
ετών· δίπλα τους κείτεται βαριά τραυματισμένος ο Moustapha Dieng, 34
ετών. Ο Casseri επιστρέφει στο αυτοκίνητό του, μπαίνει μέσα και
απομακρύνεται βιαστικά. Θα ξαναεμφανιστεί δύο ώρες αργότερα, λίγο μετά
τις 14:30, κοντά σε μια άλλη υπαίθρια αγορά της πόλης, αυτή του Σαν
Λορέντσο. Εκεί, στο ιστορικό κέντρο της πόλης, η ρατσιστική σφαγή
συνεχίζεται: αυτή τη φορά πέφτουν τραυματισμένοι από τις σφαίρες του
δολοφόνου ο Sougou Mor, 32 ετών, και ο Mbenghe Cheike, 42 ετών. Λίγο
αργότερα, δύο αστυνομικοί εντοπίζουν τον Casseri στο υπόγειο της αγοράς,
μέσα στο αυτοκίνητό του. Αυτός, όταν τους αντιλαμβάνεται, τραβάει ξανά
το πιστόλι και, ταχύτατα, στρέφει την κάνη στο λαιμό του. Ύστερα τραβάει
τη σκανδάλη.
Η σφαγή της Φλωρεντίας έχει ως
άμεσο αποτέλεσμα να επανέλθει στο προσκήνιο της επικαιρότητας η
ακροδεξιά οργάνωση CasaPound Italia (Οικία Πάουντ Ιταλία, Cpi), μέλος
της οποίας, όπως έγινε γνωστό μετά τη σφαγή, ήταν ο Cassari. Αυτή τη
φορά δεν υπάρχει αμφιβολία ότι τόσο ο Gianluca Iannone, ιδρυτής και
αδιαμφισβήτητος ηγέτης της ομάδας, όσο και η παρέα του, που συνήθως
είναι προσεκτικοί και επιδέξιοι χειριστές της επικοινωνίας, θα
προτιμούσαν να μη βρίσκονται στα πρωτοσέλιδα των εφημερίδων. Ενώ τα
πτώματα των θυμάτων είναι ακόμα ζεστά, η Cpi εκδίδει μια ανακοίνωση στην
οποία «εφιστά την προσοχή όλων ώστε να μη συσχετίσουν την τραγωδία της
τρέλας που σήμερα προκάλεσε δύο νεκρούς στη Φλωρεντίας με τις πολιτικές
δραστηριότητες του κινήματος». «Στο dna της CasaPound Italia», σπεύδουν
να διευκρινίσουν οι συναγωνιστές, «η ξενοφοβία δεν επικροτείται, όπως
δεν έχει θέση και η ρατσιστική βία».
Όσοι
γνωρίζουν έστω και λίγο την ιστορία και την πολιτική δραστηριότητα της
Cpi δεν εκπλήσσονται από τον εκνευρισμό και την ενόχληση των Iannone και
σία για τα γεγονότα της Φλωρεντίας. Η CasaPound, προσπαθώντας εδώ και
περίπου ένα χρόνο να προβάλει την εικόνα μιας οργάνωσης που τοποθετείται
«πέρα» από τις «πεπαλαιωμένες» κατηγορίες της αριστεράς και της δεξιάς,
μια πολιτική εμπειρία «αντικομφορμιστική», νεανική, εξεγερμένη και
καινοτόμα ακόμα και μέσα στον χώρο της άκρας δεξιάς, ανέκαθεν απέρριπτε
ως ψευδείς και προσχηματικές τις κατηγορίες για ρατσισμό, αντισημιτισμό,
ομοφοβία και, γενικότερα, κάθε απόπειρα πολιτικών επιστημόνων ή των ΜΜΕ
να την συσχετίσουν με την παραδοσιακή ιταλική δεξιά. Ορισμένοι κάπως
επιφανειακοί ακαδημαϊκοί αφέθησαν να γοητευτούν από αυτή την
«αυτοαφήγηση» που δημιούργησαν εκείνοι που, μεταξύ άλλων, αρέσκονται να
αποκαλούνται «φασίστες της τρίτης χιλιετίας». Στη συνέχεια θα εξετάσουμε
για ποιο λόγο το κίνημα του Iannone δεν παρουσιάζει καινοτόμα στοιχεία
στο εσωτερικό του πανοράματος της ιταλικής άκρας δεξιάς. Για την ώρα, θα
ξεκινήσουμε από μια απλούστερη ερώτηση: ποια είναι η CasaPound;
Οι «φασίστες της τρίτης χιλιετίας»
«Η
CasaPound κραυγάζει: θα οικοδομήσουμε τον κόσμο που εμείς θέλουμε! Τη
ζωή, έτσι όπως μας την έχουν φτιάξει, την πετάμε ευχαρίστως στα
σκουπίδια». Η φράση αυτή, παρμένη από την ενότητα «Ποιοι είμαστε» της
ιστοσελίδας της Cpi (
www.casapounditalia.org),
δείχνει ότι η CasaPound βρίσκεται, προπαντός λόγω του εκκεντρικού,
«φουτουριστικού και νεανικού επικοινωνιακού στυλ της, βαθιά ριζωμένη
στην ιστορία του ιταλικού φασισμού. Η ιδέα της «νεότητας στην εξουσία»· η
βιταλιστική περιφρόνηση για τον θάνατο· η πρωτοκαθεδρία και η ομορφιά
της δράσης έναντι των ιδεολογικών διενέξεων· ο πολιτικός
αντικομφορμισμός που δεν μπορεί να χωρέσει στις κατηγορίες της δεξιάς
και της αριστεράς, όλα αυτά είναι θέματα παρόντα από την πρώτη στιγμή
στο dna της Cpi και μπορούν να αναχθούν στο πολιτισμικό υπόστρωμα
ορισμένων ιταλικών καλλιτεχνικών πρωτοποριών των αρχών του 20ού αιώνα
πάνω στο οποίο σχηματίστηκε το κίνημα του φασισμού. Το πιο
χαρακτηριστικό παράδειγμα αυτής της επικοινωνιακής προσέγγισης είναι το
πολιτικο-πολιτισμικό μανιφέστο της ομάδας με τίτλο L’estremocentroalto
(Το ακραίοκέντροψηλά), που ήδη από τον τίτλο του προδίδει την πρόθεση να
προκαλέσει σύγχυση και να παίξει με αισθητικό τρόπο πάνω στη διανοητική
πρόκληση. Τα μέλη της Cpi είναι περήφανα γι’ αυτή τους τη συνήθεια να
«ανακατεύουν την τράπουλα»: διοργανώνουν στις έδρες τους συναντήσεις για
τον Τσε Γκεβάρα και τον Ούγκο Τσάβεζ· προσκαλούν να μιλήσουν στις
εκδηλώσεις τους πρώην μέλη των Ερυθρών Ταξιαρχιών και ομοφυλόφιλους
δημοκράτες βουλευτές· διαδηλώνουν μαζί με αριστερούς φοιτητές για να
διαμαρτυρηθούν ενάντια στην εκπαιδευτική μεταρρύθμιση που προώθησε μια
κυβέρνηση της δεξιάς· ιδρύουν ραδιοφωνικούς σταθμούς, εφημερίδες,
διαδικτυακούς τηλεοπτικούς σταθμούς· γεμίζουν τους τοίχους των πόλεων με
εξαιρετικά προσεγμένες από γραφιστική άποψη αφίσες και προκηρύξεις·
προωθούν μουσικά συγκροτήματα, οργανώνουν συναυλίες… Τίποτα δεν θυμίζει
την εικόνα μιας δεξιάς αρτηριοσκληρωτικής, στραμμένης στην παράδοση και
αυταρχικής.
Πιθανόν ακριβώς αυτή η
επικοινωνιακή της ικανότητα βοήθησε την CasaPound να αποκτήσει μέσα σε
διάστημα ενός χρόνου κάποια απήχηση, ιδιαίτερα μεταξύ των φοιτητών της
μεσαίας τάξης και του νεανικού λούμπεν προλεταριάτου στο οποίο η ιταλική
αριστερά έχει πάψει να απευθύνεται εδώ και καιρό. Η Cpi, γνωρίζοντας τη
σημασία που έχει η πρώιμη πολιτική συγκρότηση των νέων γενιών, πολύ
σύντομα δημιούργησε μια αδελφή οργάνωση που ανέλαβε την πολιτική δουλειά
στα σχολεία και τα πανεπιστήμια: το Blocco Studentesco (Σπουδαστικό
Μπλοκ, Bs). Οι ακτιβιστές του Blocco τα τελευταία χρόνια προσπάθησαν
επανειλημμένα να παρεισφρήσουν στα φοιτητικά κινήματα ανεμίζοντας το
λάβαρο της «απολίτικης» νεολαιίστικης εξέγερσης ενάντια στην καθεστηκυία
εξουσία. Η πιο γνωστή απόπειρα έγινε το 2008 όταν, τις πρώτες ημέρες
του κινήματος του «κύματος» που διαμαρτυρόταν ενάντια στην εκπαιδευτική
μεταρρύθμιση την οποία προωθούσε η δεξιά κυβέρνηση του Σίλβιο
Μπερλουσκόνι, οι φοιτητές του Bs συμμετείχαν στις διαδηλώσεις που
πραγματοποιούνταν σε διάφορες πόλεις της Ιταλίας, προσπαθώντας να
περάσουν το μήνυμα μιας ενότητας των νέων, η οποία δεν χρειαζόταν τις
πολιτικές κατηγορίες της δεξιάς και της αριστεράς και, κυρίως, του
αντιφασισμού.[1]
Όμως η Cpi δεν αρκείται να
παρεμβαίνει στα σχολεία και στα πανεπιστήμια. Πέρα από το προνομιακό
πεδίο παρέμβασής της, που, όπως θα δούμε, είναι το ζήτημα της κατοικίας
και οι καταλήψεις κοινωνικού και στεγαστικού χαρακτήρα, η προσοχή του
κινήματος επικεντρώνεται και στις γυναίκες, με την εκστρατεία «Ώρα να
γίνουμε μητέρες»· στην οικονομία, με την πρόταση για εθνικοποίηση
κομβικών παραγωγικών τομέων, όπως η ενέργεια, οι τηλεπικοινωνίες και οι
μεταφορές· την εργασία, με την πρόσφατη ίδρυση συνδικάτου με την
ονομασία Blocco Lavoratori Unitario (Ενωτικό Μπλοκ Εργαζομένων, Blu), το
οποίο αντιτάχθηκε στην απελευθέρωση των απολύσεων που προώθησε η
κυβέρνηση «τεχνοκρατών» του Μάριο Μόντι, ακόμα και στην εθελοντική
εργασία και τη διεθνή συνεργασία, όπου η Cpi επιδεικνύει πρόθυμα τον
«τριτοκοσμισμό» της. Η CasaPound δίνει εξαιρετική προσοχή στον
επικοινωνιακό τομέα: σε μια ιστοσελίδα στο διαδίκτυο που ανανεώνεται
τακτικά προστέθηκαν σταδιακά ένα μηνιαίο περιοδικό (L’occidentale), ένα
τριμηνιαίο περιοδικό (Fare Quadrato), ένας διαδικτυακός ραδιοφωνικός
σταθμός (Radiobandieranera) και ένας διαδικτυακός τηλεοπτικός σταθμός
(Tortugawebtv). Η Cpi έφτιαξε μέχρι και θεατρικό θίασο: το Teatro non
conforme «F.T. Marinetti».
Μεταξύ «φουτουριστικού» εξεγερτισμού και θεσμικών διασυνδέσεων: Μια σύντομη ιστορία του κινήματος
Η
οργάνωση, κατά τα λοιπά, δημιουργήθηκε από την πρωτοβουλία μιας ομάδας
νεαρών από τη Ρώμη οι οποίοι, στο δεύτερο μισό της δεκαετίας του ’90,
συνήθιζαν να συχνάζουν στο «Cutty Shark», μια παμπ στην περιοχή Colle
Oppio, που βρίσκεται παραδοσιακά υπό τον έλεγχο της άκρας δεξιάς. Οι
βραδιές του «Cutty Shark» σύντομα έγιναν το θέατρο «καλλιτεχνικών»
δραστηριοτήτων και δραστηριοτήτων της «αντικουλτούρας», κυρίως μουσικών,
με την ίδρυση του συγκροτήματος του Iannone, των Zetazeroalfa.[2]
«Πηγαίνοντας κόντρα στις παλαιοδεξιές σκληρώσεις», διαβάζουμε στην
ιστοσελίδα της CasaPound, «ο καλλιτεχνικός και νεολαιίστικος αναβρασμός
αρχίζει να γίνεται αντιληπτός ως ακρογωνιαίος λίθος, και όχι ως μια
επικίνδυνη αναταραχή που πρέπει να χαλιναγωγηθεί». Η τάση της ομάδας του
«Cutty Shark» είναι σαφώς να δημιουργήσει με αυτό τον τρόπο τους δικούς
της κοινωνικούς χώρους στην καρδιά της πόλης, από τους οποίους θα
αναπτύξει την κοινωνική συνάθροιση των νέων, πολιτικές πρωτοβουλίες και
τον έλεγχο του αστικού χώρου. Για την επίτευξη των σκοπών τους, οι
συναγωνιστές μελετούν προσεκτικά και προσπαθούν να επαναλάβουν από τα
δεξιά τις εμπειρίες που προωθούν εδώ και δεκαετίες, όχι μόνο στη Ρώμη
αλλά και σε ολόκληρη την Ιταλία, οι νεολαίοι της αριστεράς μέσα στο
κίνημα των κοινωνικών κέντρων, μακρινό κληρονόμο της πολιτικής εμπειρίας
της εργατικής αυτονομίας. Προφανώς τα περιεχόμενα αλλάζουν, αλλά οι
μορφές της πολιτικής δράσης, ξεκινώντας από την κατάληψη
εγκαταλελειμμένων κτιρίων που χρησιμοποιούνται για στεγαστικούς ή
ψυχαγωγικούς σκοπούς, αποτελούν δάνειο από την ανταγωνιστική αριστερά.
Έτσι,
στις 26 Δεκεμβρίου 2003, καταλαμβάνεται στο κέντρο της Ρώμης το κτίριο
που θα γίνει η εθνική έδρα του κινήματος. Στην καρδιά της συνοικίας
Esquilino, μια πολυεθνική περιοχή κοντά στον κεντρικό σιδηροδρομικό
σταθμό της Ρώμης, δημιουργείται η πρώτη Κατάληψη Στεγαστικού Σκοπού,
αφιερωμένη στον αμερικανό ποιητή Έζρα Πάουντ, ο οποίος είναι πηγή
έμπνευσης για τους φασίστες της τρίτης χιλιετίας λόγω των Κάντος του
ενάντια στην τοκογλυφία και της κριτικής του στάσης απέναντι τόσο στον
καπιταλισμό όσο και στον μαρξισμό.[3] Το σύμβολο που επέλεξε η ομάδα
είναι μια χελώνα με οκταγωνική μορφή.[4] Στο εσωτερικό του κτιρίου
φιλοξενούνται μερικές οικογένειες αστέγων, αλλά προπάντων οι πολιτικές,
ψυχαγωγικές και πολιτιστικές δραστηριότητες της ομάδας. Μετά το 2004, η
Casa Pound αρχίζει να προβάλλεται μέσα από τα ΜΜΕ, και το κίνημα των
«κοινωνικών κέντρων της δεξιάς», δηλαδή των Osa και των
Αντικομφορμιστικών Καταλήψεων, εξαπλώνεται τόσο στη Ρώμη όσο και σε
άλλες πόλεις της Ιταλίας.
Στο μεταξύ, η Cpi
αναπτύσσει και πιο πολιτική δράση. Το 2007, οι Iannone και σία
προσχωρούν στο Movimento Sociale-Fiamma Tricolore (Κοινωνικό
Κίνημα-Τρίχρωμη Φλόγα, Ms-Ft), ένα κόμμα της άκρας δεξιάς που ιδρύθηκε
το 1995, μετά τη διάλυση του Movimento Sociale Italiano (Ιταλικό
Κοινωνικό Κίνημα, Msi), άμεσο κληρονόμο του διαλυθέντος Εθνικού
Φασιστικού Κόμματος. Για την CasaPound, η περίοδος στο εσωτερικό του
Ms-Ft διακρίνεται προπάντων από συμβολικές ενέργειες, όπως η επίθεση, σε
ζωντανή μετάδοση, ενάντια στο τηλεοπτικό ριάλιτι Ο Μεγάλος Αδελφός, με
σύνθημα «το σπίτι δεν είναι ένα παιχνίδι», και από την επιμονή στην
εκστρατεία για το «κοινωνικό στεγαστικό δάνειο». Το τελευταίο,
πραγματική σημαία της ομάδας, συνίσταται σε μια πολιτική που αποσκοπεί
να αντιμετωπίσει το έντονο στεγαστικό πρόβλημα στη Ρώμη και σε άλλες
ιταλικές πόλεις. Η ιδέα είναι να επιτραπεί στο κράτος να κατασκευάσει σε
δημόσιες εκτάσεις νέες κατοικίες οι οποίες θα πουληθούν σε οικογένειες
που δεν διαθέτουν ιδιόκτητη κατοικία, με μηνιαίες δόσεις που δεν θα
ξεπερνούν το ένα πέμπτο του οικογενειακού εισοδήματος, χωρίς τη
μεσολάβηση του τραπεζικού συστήματος. Με αυτό τον τρόπο δεν θα θιγούν τα
κέρδη των κατασκευαστικών εταιρειών, όπως δεν θα θιγεί και η αρχή
σύμφωνα με την οποία το στεγαστικό πρόβλημα θα λυθεί όταν όλοι
αποκτήσουν ιδιόκτητη κατοικία, αλλά το κράτος θα εγγυάται τη βιωσιμότητα
του χρέους για τις οικογένειες των εργαζομένων. Ο «εισοδισμός» της Casa
Pound στη Fiamma Tricolore τερματίστηκε το 2008, με την εκδίωξη της
ομάδας όταν αυτή κατέλαβε την κεντρική έδρα του κόμματος για να
διαμαρτυρηθεί ενάντια στη μη σύγκληση ενός συνεδρίου. Η CasaPound, που
αποχώρησε από το Ms-Ft σημαντικά ενισχυμένη και με μια εδαφική δικτύωση
που πλέον εκτείνεται σε μερικές από τις πιο σημαντικές πόλεις της
Ιταλίας, τον Ιούνιο του 2008 συγκροτήθηκε νομικά ως «σωματείο κοινωνικού
σκοπού».
Η σχέση της οργάνωσης
με την «παραδοσιακή» δεξιά χαρακτηρίζεται από τον γνωστό πραγματισμό που
ανέκαθεν διέκρινε τους φασίστες όλων των εποχών. Η Cpi συχνά είχε
σκληρές αντιπαραθέσεις με τη θεσμική δεξιά, θέλοντας να προβάλει προς τα
έξω, και κυρίως στους νέους που την ακολουθούν, μια εικόνα
«καθαρότητας» και ανεξαρτησίας και από τα δύο κύρια πολιτικά στρατόπεδα
(κεντροαριστερά και κεντροδεξιά) της ιταλικής πολιτικής σκηνής. Ωστόσο, η
σχέση με το Popolo della Libertà (Λαός της Ελευθερίας, Pdl), το κόμμα
του Σίλβιο Μπερλουσκόνι, και ιδιαίτερα, στο εσωτερικό του, με τον χώρο
που ανάγεται στη λεγόμενη «κοινωνική δεξιά», ο οποίος αποτελείται στην
πλειοψηφία του από πολιτικά στελέχη προερχόμενα από τον χώρο του
νεοφασισμού, είναι αδιαμφισβήτητο γεγονός. Και δεν πρόκειται απλώς για
μια πολιτική σχέση, καθώς, στις περιοχές στις οποίες το Pdl ελέγχει τις
τοπικές αρχές, η CasaPound επωφελείται και οικονομικά. Στη Ρώμη, καρδιά
του κινήματος, ο δήμαρχος Τζάνι Αλαμάνο, ο οποίος ανήκει στο Pdl, αλλά
προέρχεται απευθείας από τις τάξεις της νεοφασιστικής άκρας δεξιάς, τον
Μάιο του 2011 αγόρασε το ακίνητο που είχε καταλάβει παράνομα η Cpi το
2003. Ο δήμος της Ρώμης δαπάνησε περίπου 12 εκατομμύρια ευρώ, αλλά
επιτέλους νομιμοποίησε τη θέση των συναγωνιστών της CasaPound. Ο Αλεμάνο
δεν αρκέστηκε σ’ αυτό, καθώς χάρισε στα παιδιά της Osa και μια
επιγραφή, με την ονομασία του σωματείου σκαλισμένη με πηχυαίους
χαρακτήρες, στο χαρακτηριστικό στυλ της φασιστικής εποχής, που
τοποθετήθηκε στην πρόσοψη του κτιρίου. Όμως η ιστορία δεν τελειώνει εδώ:
πρόσφατα ο δήμος της Ρώμης παραχώρησε στη Cpi τρία εκτάρια δημοτικής
γης στις πύλες της πρωτεύουσας, όπου βρίσκονται ένα δασάκι και δύο
μεγάλα, παλιά και ερειπωμένα αγροκτήματα που το σωματείο, εξυπακούεται,
μπορεί να ανακαινίσει και να επεκτείνει.
Ωστόσο,
η Cpi δήλωσε πρόσφατα ότι προτίθεται να κατέβει η ίδια άμεσα στον
πολιτικό στίβο τόσο ενάντια στην κεντροαριστερά όσο και ενάντια στον
απερχόμενο δήμαρχο της κεντροδεξιάς, στις δημοτικές εκλογές του 2013.
Είναι δύσκολο να μη σκεφτούμε ότι πρόκειται καθαρά για θέση τακτικής,
ώστε να αποκτήσει μεγαλύτερη παρουσία στο εσωτερικό του ψηφοδελτίου της
κεντροδεξιάς, κάτι που κατά τ’ άλλα η Cpi έχει κάνει σε πολλές
περιπτώσεις, πετυχαίνοντας να εκλέξει στελέχη της που ήταν υποψήφιοι με
το Pdl σε διάφορες τοπικές εκλογές. Ο ίδιος ο Iannone, αποσαφηνίζοντας
τις σχέσεις με τη mainstream δεξιά, δήλωσε σε μια συνέντευξή του: «Τα
πέντε χρόνια διακυβέρνησης από την κεντροδεξιά συνέβη κάτι που δεν έχει
προηγούμενο στην ιστορία της δημοκρατίας. Χάρη σε ορισμένους υπουργούς
που έχουν τις ίδιες ανάγκες με μας και τους ίδιους στόχους με μας. Μιλάω
για τα πρώην στελέχη του Μετώπου της Νεολαίας[5] τις δεκαετίες του ’70
και του ’80, αλλά και για τον Σίλβιο Μπερλουσκόνι. Η κυβέρνηση αυτή για
πρώτη φορά μετά το τέλος του Β΄ Παγκοσμίου Πόλεμου δεν εφάρμοσε, δεν
άσκησε και δεν κήρυξε τον στρατευμένο αντιφασισμό»[6].
Μερικές φορές επιστρέφουν
Αν
σε κάποιους προκαλεί έκπληξη το πολιτικό προφίλ της CasaPound, πρέπει
να επισημάνουμε ότι παρουσιάζει σημαντικές αναλογίες με το προφίλ
διαφόρων νεοφασιστικών οργανώσεων που εμφανίστηκαν στην Ιταλία μετά τον
Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο. Μια οργάνωση όπως η Terza Posizione (Τρίτη Θέση),
που δραστηριοποιήθηκε στη Ρώμη από το 1976 μέχρι το 1980 και στη
συνέχεια τα μέλη της προσχώρησαν εν μέρει στην τρομοκρατική οργάνωση των
Nuclei Armati Rivoluzionari (Ένοπλων Επαναστατικών Πυρήνων),
χρησιμοποιούσε ένα ιδεολογικό και προπαγανδιστικό οπλοστάσιο παρόμοιο με
εκείνο που χρησιμοποιεί σήμερα η Cpi.[7] Η ιδέα μιας «τρίτης» θέσης
απέναντι στον καπιταλισμό και τον κομμουνισμό, ενός «εθνικού
σοσιαλισμού» ή ακόμη κι ενός «αριστερού φασισμού», δεν είναι επινόηση
του Iannone. Οργανώσεις όπως η Terza Posizione, η Avanguardia Nazionale
(Εθνική Πρωτοπορία) και το Fuan Caravella (Πανεπιστημιακό Μέτωπο Εθνικής
Δράσης Caravella), ή η τάση της Ordine Nuovo (Νέα Τάξη) της οποίας
ηγούταν ο Pino Rauti, στο εσωτερικό του Msi, ήταν όλες πολιτικά
οντότητες που αμφισβητούσαν τη συμμετοχή του φασισμού στο στρατόπεδο της
συντηρητικής, κληρικαλιστικής και παραδοσιακής δεξιάς, με αναφορές στη
«σοσιαλιστική» και αντιαστική ρητορική του πρώιμου φασισμού. «Ούτε ΗΠΑ
ούτε ΕΣΣΔ», έγραφαν στους τοίχους της Ρώμης τα μέλη της Terza Posizione.
Αντικείμενο της διαμάχης ήταν το σχέδιο που προωθούσε η ηγεσία του Msi
για να εντάξει πλήρως το κόμμα στο αστικό πολιτικό στρατόπεδο,
παρουσιάζοντάς το ως μια «εθνική» δύναμη έτοιμη να συμπαραταχθεί με την
οργάνωση που αποτελούσε την αναφορά των εύπορων τάξεων της Ιταλίας, τη
Χριστιανική Δημοκρατία (Dc), σε μια αντικομμουνιστική και φιλοατλαντική
προοπτική.[8]
Όμως το ζήτημα εδώ δεν είναι μόνο
ο νεοφασισμός. Το πρόγραμμα, η τακτική, το «πολιτιστικό» και
επικοινωνιακό στυλ της οργάνωσης που ίδρυσε ο Iannone έχουν την
προέλευσή τους σε ένα παρελθόν ακόμα πιο μακρινό. Μια «σοσιαλίζουσα» και
επίπλαστα αντιαστική τάση υπήρχε ανέκαθεν στον φασισμό, και
εναλλασσόταν, ανάλογα με τις ιστορικές φάσεις και τις ανάγκες της
τακτικής, με εκείνη την τάση που φανερώνει το πραγματικό, αυταρχικό,
φιλοεργοδοτικό και αντιεργατικό πρόσωπο του φασισμού ως καπιταλιστικής
αντίδρασης. «Σοσιαλιστικός», ρεπουμπλικανικός και αντικληρικαλιστικός
είναι ο πρώιμος φασισμός, ο φασισμός του «προγράμματος του Σαν Σεπόλκρο»
–που ονομάστηκε έτσι από την πλατεία του Μιλάνου στην οποία ο Μπενίτο
Μουσσολίνι ίδρυσε στις 23 Μαρτίου 1919 τις Fasci di Combattimento–, που
επικεντρωνόταν στην αναζήτηση ενός «τρίτου δρόμου» ανάμεσα στον
καπιταλισμό και τον κομμουνισμό. Η συμμαχία που σύναψε ο μελλοντικός
Ντούτσε με το μεγάλο αγροτικό και βιομηχανικό κεφάλαιο θα σημάνει μέσα
σε σύντομο χρονικό διάστημα τον παραμερισμό της «επαναστατικής» και
αντιαστικής ρητορικής του «φασισμού του Σαν Σεπόλκρο», η οποία θα «μπει
στο ψυγείο» το μεγαλύτερο διάστημα της φασιστικής κυριαρχίας. Θα
εμφανιστεί ξανά με ανανεωμένη ένταση κατά τη διάρκεια της Ιταλικής
Κοινωνικής Δημοκρατίας (Rsi), του καθεστώτος-μαριονέτα που εγκαθίδρυσε ο
Μουσσολίνι στην υπό γερμανική κατοχή βόρεια Ιταλία κατά τη διάρκεια του
Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου. Μεταξύ των αναφορών της CasaPound υπάρχουν τόσο
το πρόγραμμα του Σαν Σεπόλκρο όσο και το Μανιφέστο της Βερόνας, η
ιδρυτική πράξης της Rsi.[9]
Όμως οι φασίστες
της τρίτης χιλιετίας εμπνέονται και από τη «Χάρτα της Εργασίας» του
1927, δηλαδή από το ντοκουμέντο στο οποίο ο φασισμός, που πλέον είχε
παγιωθεί στην εξουσία, πρόσφερε μια «ώριμη» διατύπωση της κοινωνικής
ρητορικής του, στρέφοντάς την αυτή τη φορά σε ανοιχτά αντιδραστική
κατεύθυνση. Η «Χάρτα» καθορίζει τις αρχές της κοινωνικής και οικονομικής
πολιτικής του καθεστώτος, τον τρόπο με τον οποίο αντιλαμβανόταν το ρόλο
των συνδικάτων, και υπήρξε το βασικό κείμενο της οικονομικής και
κοινωνικής θεωρίας του φασισμού, του κορπορατισμού. Η αρχική ιδέα
παρέμενε εκείνη ενός «τρίτου δρόμου» ανάμεσα στον καπιταλισμό και τον
κομμουνισμό, αλλά πλέον χωρίς καμία αντιαστική χροιά, καθώς ήταν
επικεντρωμένη στην ιδέα της ταξικής συνεργασίας μεταξύ εργαζομένων και
εργοδοτών. Το πολιτικό πρόγραμμα που δημοσιοποίησε η Cpi τον Σεπτέμβριο
του 2011[10] χρησιμοποιεί ευρέως όχι μόνο το περιεχόμενο, αλλά και
μεμονωμένες φραστικές διατυπώσεις από τη «Χάρτα της Εργασίας», τις
οποίες οι Iannone και σία αναπαράγουν χωρίς να αλλάξουν ούτε κόμμα.
Έτσι,
μαθαίνουμε ότι η εργασία είναι «κοινωνικό καθήκον»[11] απέναντι στην
εθνική κοινότητα και ότι το ιταλικό έθνος πρέπει «να ξαναγίνει ένας
οργανισμός που θα έχει ανώτερους, σε ισχύ και διάρκεια, σκοπούς, ζωή και
μέσα δράσης από τα αντίστοιχα των ατόμων, μεμονωμένων ή ενωμένων σε
ομάδες, που το αποτελούν».[12] «Η ατομική ιδιοκτησία, καρπός της
ατομικής εργασίας και της αποταμίευσης, ολοκλήρωση της ανθρώπινης
προσωπικότητας», συνεχίζουν οι φασίστες της τρίτης χιλιετίας, «πρέπει,
σε κάθε περίπτωση, να τελεί υπό την προστασία του Κράτους. Όμως δεν
πρέπει να γίνεται αιτία καταστροφής της φυσικής και ηθικής
προσωπικότητας των άλλων ανθρώπων, μέσω της εκμετάλλευσης της εργασίας
τους».[13] Τόσο πίσω από τη «Χάρτα» του 1927 όσο και πίσω από το
πολιτικό πρόγραμμα της Cpi, βρίσκεται η ιδέα ενός «ηθικού, οργανικού,
περιεκτικού Κράτους, οδηγού και ηθικού σημείου αναφοράς της εθνικής
κοινότητας»[14], δηλαδή, κατά την έκφραση που χρησιμοποίησε ο φασίστας
φιλόσοφος Τζιοβάνι Τζεντίλε σχολιάζοντας τη θέσπιση της «Χάρτας της
Εργασίας», μιας «πολιτικής και οικονομικής ενότητας ως ηθικής ενότητας».
Ουδέν
καινόν υπό τον ήλιον, θα έλεγε κανείς. Ωστόσο, σε σχέση με την περίοδο
της ίδρυσής της, η Cpi κάτι έχει αλλάξει. Η καπιταλιστική κρίση που έχει
προκαλέσει, τόσο στην Ιταλία όσο και στην υπόλοιπη Ευρώπη, δραστική
υποβάθμιση του βιοτικού επιπέδου των λαϊκών στρωμάτων μπορεί να
διευκολύνει τον Iannone και τους συναγωνιστές του. Πέρα από τις διαφορές
μεταξύ των δύο οργανώσεων, που ίσως να μην είναι τόσο έντονες όσο
φαίνεται, αλλά πάντως υπάρχουν, η πρόσφατη εκλογική επιτυχία, στη
γειτονική Ελλάδα, ενός κόμματος όπως η Χρυσή Αυγή, που για πολύ καιρό
ήταν περιθωριακό, κάτι θα έπρεπε να διδάξει και στην ιταλική αριστερά.
Μια ενδεχόμενη επιδείνωση της οικονομικής και κοινωνικής κατάστασης, στα
πρότυπα της Ελλάδας, θα μπορούσε να αποτελέσει την κατάλληλη ευκαιρία
ώστε η CasaPound να πάψει να ασχολείται με τον «πολιτισμό» και να
περάσει στη δράση.
Μετάφραση από τα ιταλικά:
Αχιλλέας Καλαμάρας
* * *
Σημειώσεις
[1]
Τα γεγονότα των επόμενων ημερών, ωστόσο, συνέτειναν σ’ ένα ξεκαθάρισμα:
στις 29 Οκτωβρίου 2008, κατά τη διάρκεια μιας διαδήλωσης που
πραγματοποιήθηκε στη Ρώμη κοντά στη Γερουσία, όπου συζητιόταν το κείμενο
της μεταρρύθμισης, οι φοιτητές της CasaPound προσπάθησαν να επιβάλουν
τα συνθήματα και τα αιτήματά τους, φτάνοντας στο σημείο να επιτεθούν σε
όσους ήταν αντίθετοι. Ακολούθησε σύγκρουση με τους φοιτητές αριστερών
φοιτητικών ομάδων, που έφτασαν στην πλατεία αργότερα και τελικά
κατάφεραν να εξουδετερώσουν τους φοιτητές του Bs. Οι τελευταίοι, από την
πλευρά τους, δεν προσπάθησαν να συμμετάσχουν ξανά στις φοιτητικές
πορείες.^
[2] Οι Zetazeroalfa ιδρύθηκαν το
1997, εξακολουθούν να είναι ενεργοί και αποτελούν ένα από τα
σημαντικότερα ιταλικά συγκροτήματα «εναλλακτικής μουσικής της δεξιάς» ή
του rock against communism. Μέχρι σήμερα έχουν στο ενεργητικό τους οκτώ
άλμπουμ και αρκετές συναυλίες. Οι ζωντανές εμφανίσεις τους έγιναν
διάσημες για έναν πολύ ιδιαίτερο τύπο πόγκο που εκτελείται με το
τραγούδι «cinghiamattanza», στη διάρκεια του οποίου τα άτομα που
συνθέτουν το κοινό ανταλλάσσουν χτυπήματα με τις ζώνες τους. Η μουσική
των Zetazeroalfa είναι ένα από τα σημαντικότερα εργαλεία που
χρησιμοποιεί η CasaPound για να έρθει σε επαφή με τους νέους. Δεν
χρειάζεται να προσθέσουμε ότι οι στίχοι των τραγουδιών είναι
ευθυγραμμισμένοι με το πολιτικό προφίλ της οργάνωσης.^
[3]
Ο Πάουντ (1885-1972) έζησε στην Ιταλία τα χρόνια του φασισμού και δεν
παρέλειπε ποτέ να δηλώνει την υποστήριξή του στο φασιστικό καθεστώς.^
[4]
Η χρήση της χελώνας οφείλεται στο ότι είναι ένα ζώο που «έχει την τύχη
να μεταφέρει μαζί του το σπίτι του, επομένως για εμάς αντιπροσωπεύει με
τον καλύτερο τρόπο τον κύριο αγώνα μας, δηλαδή το δικαίωμα στην
ιδιοκτησία της κατοικίας» (από την ιστοσελίδα του σωματείου). Επιπλέον, η
χελώνα στα λατινικά λέγεται testudo, και έτσι ονομαζόταν ένας
σχηματισμός που χρησιμοποιούσε ο στρατός της αρχαίας Ρώμης, μέσω του
οποίου «απέδειξε το μεγαλείο του κατακτώντας τον τότε γνωστό κόσμο,
αποδεικνύοντας ότι η ισχύς, όταν πηγάζει από κάθετη ιεραρχία,
προορίζεται να κυριαρχήσει επί της βαρβαρότητας, έστω κι αν υστερεί
αριθμητικά».^
[5] Το Μέτωπο της Νεολαίας (Fdg) ήταν η οργάνωση νέων του Msi.^
[6] N. Rao, La fiamma e la celtica, Sperling & Kupfer, Μιλάνο 2006, σ. 35 9.^
[7]
Είναι αξιοσημείωτο ότι από τους τρεις ιδρυτές της Terza Posizione,
Roberto Fiore, Peppe Dimitri και Gabriele Adinolfi, ο τελευταίος ανέλαβε
τον ρόλο του διανοούμενου αναφοράς και «προστάτη-άγιου» της Casa
Pound.^
[8] Η ιστορία των
οργανώσεων της άκρας δεξιάς που ανάγονται στο τακτικό, στρατηγικό και
πολιτισμικό ρεύμα του «εθνικού σοσιαλισμού» και του «αριστερού φασισμού»
είναι αρκετά περίπλοκη και πολύπλευρη για να την διατρέξουμε εδώ, έστω
και εν συντομία. Ένα άλλο παράδειγμα
που είναι
ωστόσο σημαντικό να αναφέρουμε σε σχέση με το πιο πρόσφατο φαινόμενο της
CasaPound είναι αυτό του Fuan Caravella. Το Πανεπιστημιακό Μέτωπο
Εθνικής Δράσης ήταν η οργάνωση των φοιτητών πανεπιστημίου που ανήκαν στο
Msi. Στις συγκρούσεις ανάμεσα στους φοιτητές και την αστυνομία που
διεξήχθησαν στη Ρώμη, μπροστά από την Αρχιτεκτονική Σχολή, την 1η
Μαρτίου 1968, συμμετείχαν και τα μέλη της «Caravella», της οργάνωσης του
Fuan στο Πανεπιστήμιο «La Sapienza» της Ρώμης. Οι «συγκρούσεις της Βάλε
Τζούλια» πέρασαν στην ιστορία ως μια από τις σημαντικότερες στιγμές του
ιταλικού «’68», αλλά ελάχιστοι γνωρίζουν ότι σε εκείνη την περίσταση,
πέρα από το πλήθος των αριστερών φοιτητών, ήταν παρόντες και δεξιοί
φοιτητές. Η ιδέα που ενέπνεε τα μέλη της Caravella ήταν εκείνη ενός
ενιαίου φοιτητικού μετώπου που θα συγκέντρωνε τόσο τους δεξιούς όσο και
τους αριστερούς φοιτητές κάτω από το σύνθημα της νεολαιίστικης εξέγερσης
ενάντια στην καθεστηκυία εξουσία, μια απόπειρα παρείσφρησης σε ένα
κίνημα η οποία παρουσιάζει πολλές ομοιότητες με εκείνη που επιχείρησε το
Blocco Studentesco το 2008. Το πείσμα της Caravella, σε κάθε περίπτωση,
σύντομα θα ερχόταν σε σύγκρουση με την επίσημη γραμμή του Msi, το οποίο
έβλεπε στις διαμαρτυρίες και τις καταλήψεις των φοιτητών ένα μη ανεκτό
στοιχείο αταξίας και μια επίθεση στην αρχή της εξουσίας. Επιπλέον, η
ηγεσία του νεοφασιστικού κόμματος είχε αντιληφθεί την ολοένα μεγαλύτερη
ηγεμονία των μαρξιστικών και αριστερών τάσεων στο φοιτητικό κίνημα, κι
έτσι αποφάσισε να αποκηρύξει με τρόπο κατηγορηματικό και βίαιο τη δράση
των φασιστών φοιτητών της «Sapienza»: στις 16 Μαρτίου 1968, μια
κομματική ομάδα αντιποίνων υπό την καθοδήγηση του Giorgio Almirante,
προέδρου του κόμματος, εισέβαλε στο πανεπιστήμιο της Ρώμης, έπεισε τους
φοιτητές της Caravella να αποχωρήσουν από την κατάληψη της Φιλοσοφικής
Σχολής, στην οποία συμμετείχαν μαζί με αριστερούς φοιτητές, και
σκηνοθέτησε μια σύγκρουση με τους τελευταίους προκειμένου να «εκκενώσει»
το κτίριο. Μετά από αυτό το επεισόδιο, η οργάνωση της Caravella
επισήμως διαλύθηκε, αλλά στην πραγματικότητα συνέχισε να δρα ως αυτόνομη
ομάδα. Ο Μίκης Μάντακας, ο Έλληνας φοιτητής που δολοφονήθηκε στη Ρώμη
το 1975 από μέλη αριστερών οργανώσεων, ήταν γραμμένος στο Fuan
Caravella.^
[9] Το Μανιφέστο της Βερόνας
προβλέπει στο σημείο 15 το «κοινωνικό στεγαστικό δάνειο» για την επίλυση
του στεγαστικού προβλήματος. Η πρόταση αυτή, όπως είδαμε, αποτελεί τη
«ναυαρχίδα» της Cpi.^
[10] Una nazione. Il
programma politico di CasaPound Italia (Ένα έθνος. Το πολιτικό πρόγραμμα
της CasaPound Italia), www.casapoundotalia.org/images/unanazione.pdf.^
[11] Ο ορισμός αυτός εμφανίζεται στο σημείο 2 της «Χάρτας της Εργασίας».^
[12] Η φράση αυτή έχει αντιγραφεί αυτολεξεί από το σημείο 1 της «Χάρτας της Εργασίας».^
[13]
Η «Χάρτα της Εργασίας» στο σημείο 6 αναφέρει αυτολεξεί: «Το
κορπορατιστικό Κράτος θεωρεί την ιδιωτική πρωτοβουλία στον τομέα της
παραγωγής την αποτελεσματικότερη και χρησιμότερη μορφή εκμετάλλευσης
προς όφελος του Έθνους. Καθώς η ιδιωτική οργάνωση της παραγωγής είναι
λειτουργία εθνικού ενδιαφέροντος, ευθύνεται για την πορεία της παραγωγής
ενώπιον του Κράτους».^
[14] Una nazione. Il programma politico di CasaPound Italia, ό. π., σ. 2.^
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου