Μεταγνώσεις

«Ηταν οι καλύτερες μέρες, ήταν οι χειρότερες μέρες, ήταν τα χρόνια της σοφίας, ήταν τα χρόνια της άνοιας, ήταν η εποχή της πίστης, ήταν η εποχή της ολιγοπιστίας, η εποχή του Φωτός και η εποχή του Σκότους, ήταν η άνοιξη της ελπίδας και ήταν ο χειμώνας της απελπισίας, είχαμε μπρος μας τα πάντα, είχαμε μπρος μας το τίποτε, πηγαίναμε όλοι στον Παράδεισο, πηγαίναμε όλοι στο αντίθετό του»
Ch Dickens, A Tale of Two Cities

«Εσύ κι εγώ Ζόιντ, είμαστε σαν τον Μπιγκ Φουτ. Οι καιροί περνούν, εμείς ποτέ δεν αλλάζουμε…»
Τ Πύντσον, Vineland

«Οι άνθρωποι κάνουν την ίδια τους την Ιστορία, δεν την κάνουν όμως κάτω από ελεύθερες συνθήκες, που διάλεξαν μόνοι τους, μα κάτω από συνθήκες που βρέθηκαν άμεσα, που δόθηκαν και κληρονομήθηκαν από το παρελθόν.»
K Μαρξ, Η 18η Μπρυμαίρ του Λουδοβίκου Βοναπάρτη

«Αυτοί που ελέγχουν το Μικροσκοπικό, ελέγχουν τον κόσμο»
Τ Πύντσον,
Mason & Dixon

Τρίτη 21 Αυγούστου 2012

Αποκλειστική συνέντευξη με τον Ουίλλιαμ Σαίξπηρ


Αποκλειστική συνέντευξη με τον Ουίλλιαμ Σαίξπηρ
του ΤΣΑΡΛΣ ΜΑΡΟΒΙΤΣ (μτφ. Μυρτώ Αθανασοπούλου)


Τσαρλς Μάροβιτς: Σύμφωνα με τον Τ.Σ. Έλιοτ, «το έργο (ο Άμλετ), όχι απλώς δεν είναι το αριστούργημα του Σαίξπηρ, αλλά αποτελεί οπωσδήποτε καλλιτεχνική αποτυχία… Ο Άμλετ (ο ήρωας) κυριαρχείται από ένα συναίσθημα που παραμένει άφατο, επειδή συνιστά υπερβολική αντίδραση στα γεγονότα όπως αυτά εμφανίζονται. Και η υποτιθέμενη ταύτιση του Άμλετ με το συγγραφέα του είναι αυθεντική ως προς αυτό: ότι η σύγχυση του Άμλετ ενώπιον της απουσίας αντικειμενικού ισοδύναμου στα συναισθήματά του είναι προέκταση της σύγχυσης του δημιουργού του, ο οποίος βρίσκεται αντιμέτωπος με το καλλιτεχνικό του πρόβλημα».

Ουίλλιαμ Σαίξπηρ: Ο Άμλετ μπορεί να είναι «καλλιτεχνική αποτυχία» αλλά παραμένει στο σανίδι επί πέντε αιώνες. Αν θέλετε παραδείγματα καλλιτεχνικής αποτυχίας θα σας παρέπεμπα στα The Family Reunion και The Confidential Clerk του κυρίου Έλιοτ, που και τα δύο απέτυχαν όταν πρωτοπαρουσιάστηκαν και παραμένουν σε αφάνεια από τότε.


Κανείς δεν συγκρίνει στα σοβαρά τα σύγχρονα θεατρικά έργα με τα δικά σας.

Εκτός από τον Μπέρναρντ Σω! Είπε ότι ήταν καλύτερος από μένα, και φυσικά τόσο οι υπέρμαχοι όσο και οι απολογητές του τον υποβάλλουν σε αυτή τη δοκιμασία από τότε. Αλλά βέβαια, οι Ιρλανδοί, μετά από κάνα δυο ποτηράκια, ήταν πάντα επιρρεπείς σε ξεσπάσματα λαίμαργης υπερβολής.


Τι λέτε όμως για το επιχείρημα του Έλιοτ: ότι υπάρχει κάτι στον Άμλετ που είναι «άφατο» και με το οποίο το έργο δεν φαίνεται να μπορεί να συμφιλιωθεί.

Φυσικά υπάρχει κάτι «άφατο». Είναι αυτό που οι κριτικοί σας θα αποκαλούσαν «αμφισημία». Όχι κάτι που μπορεί να συλληφθεί με απλοϊκούς όρους αλλά κάτι που εκφράζεται ποικιλοτρόπως, ενίοτε δε αντιφατικά. Εν ολίγοις, μοιάζει πολύ με τη ζωή. Ο Έλιοτ θα ήθελε να έχει ένα αριστούργημα, τυλιγμένο τακτικά με ένα μεγάλο κόκκινο φιόγκο, το οποίο να λέει ακριβώς αυτό που ήθελε εξαρχής να πει ο συγγραφέας – πράγμα που προδίδει οικτρή άγνοια της δημιουργικής διαδικασίας, στην οποία δεν μπορεί να υπάρξει υπολογισμένη ισοδυναμία μεταξύ πρόθεσης και αποτελέσματος. Κάθε μεγάλο θεατρικό έργο περιέχει κάτι παραπάνω από αυτό που σκόπευε ο συγγραφέας γιατί δεν έχει γραφτεί μόνο από εκείνον που το έγραψε. «Συνεργάτες» του είναι, μεταξύ άλλων, η Παράδοση, τα Τρέχοντα Γεγονότα, το Πνεύμα της Εποχής, και το ίδιο του το ξέχειλο υποσυνείδητο. Αν το έργο αποδειχτεί καλό, είναι επειδή ευλογήθηκε συμπτωματικά από κάποια μούσα και περιέχει ένα μείγμα τόσο από το Παρελθόν όσο και από το Παρόν, πράγμα που το καθιστά συναφές με το Μέλλον. Είναι τόσο κουραστικό να αναγκάζεσαι να ξοδεύεις το χρόνο σου για να προσγειώνεις διοπτροφόρους αγγλικανούς τραπεζικούς κλητήρες που πιστεύουν ότι μερικά σύντομα ποιήματα και μια χούφτα λαμπρές γνωριμίες τούς προικοδοτούν αυτόματα με μεγαλοφυΐα. Και το ξέρετε κι εσείς, έτσι; Η Άλκηστη είναι πολύ καλύτερο έργο από το The Cocktail Party του οποίου αποτελεί αντιγραφή [1] .


Αν όμως ο Άμλετ μπορεί να επανερμηνευτεί από γενιά σε γενιά και φαίνεται να λέει πάντα κάτι διαφορετικό, αυτό δεν μειώνει το προσωπικό σας μερίδιο στο έργο; Η ευελιξία του δεν φανερώνει έλλειψη συγγραφικής δικαιοδοσίας πάνω στο ίδιο σας το έργο;

Δεν έχω «προσωπικό μερίδιο» στο έργο – ακριβώς όπως ο Κυντ [2] δεν είχε «προσωπικό μερίδιο» στο The Spanish Tragedy από όπου βούτηξα κι εγώ το δικό μου ζαχαρωτό. Είμαστε όλοι μικροκλέφτες – και κλέβουμε σταθερά, είτε από τους άμεσα σύγχρονούς μας είτε από συγγραφείς τόσο παλιούς που λίγοι άνθρωποι μπορούν να αναγνωρίσουν τη λογοκλοπή μας. Δουλεύουμε όλοι με τον ίδιο πηλό, και πίσω από κάθε νέο σχήμα που προσφέρεται στο κοινό οι μουτζούρες από τα δακτυλικά αποτυπώματα άλλων συγγραφέων διακρίνονται πάντα. Πώς γίνεται να έχει κανείς «προσωπικό μερίδιο» όταν ο μόνος τρόπος που μπορεί ένα έργο τέχνης να αναδυθεί είναι μέσα από τα συσσωρευμένα θραύσματα του ίδιου του πολιτισμού;


Συμφωνείτε λοιπόν με τον Τ.Σ. Έλιοτ ότι ο σύγχρονος συγγραφέας χρωστάει πολλά στην παράδοση;

Έτσι θα το έθετε ένας ακαδημαϊκός – πράγμα που φυσικά ήταν ο Έλιοτ, γεμάτος μούχλα και βρύα, σαν πύργος καλυμμένος με κισσό σε μια παρακμιακή πανεπιστημιακή πόλη. Αυτό όμως δεν σημαίνει ότι δεν μπορεί να σκοντάψει τυχαία πάνω σε καμιά αλήθεια πότε πότε, ακόμα κι αν, όπως σε αυτή την περίπτωση, σκοντάφτει πάνω στις ταλαιπωρημένες γαλότσες του Μάθιου Άρνολντ [3] .


Σας ενοχλεί που τα έργα σας επανερμηνεύονται ριζοσπαστικά, αλλάζει η χρονική περίοδος στην οποία διαδραματίζονται, οι ήρωες φορούν κοστούμια που κυμαίνονται χρονικά από την παλαιολιθική εποχή μέχρι τον 21ο αιώνα;

Γιατί να με ενοχλεί; Κι εγώ τα ίδια έκανα στην εποχή μου. Παίζαμε με «σύγχρονα κοστούμια», ξέρετε – τουλάχιστον αυτό που ήταν σύγχρονο στον 16ο και 17ο αιώνα. Δεν έχει σημασία για μένα πώς είναι τα ρούχα ή τα σκηνικά. Αυτό που με ενοχλεί είναι όταν αυτοί οι ξερόλες επιβάλλουν μια καινούρια ιστορία πάνω στη δική μου, που διαλύει το πρωτότυπο και τα κάνει σούπα και τα δύο. Είναι σαν κακή μεταμόσχευση οργάνων. Ο πρωτότυπος οργανισμός απορρίπτει την καινούρια καρδιά ή το συκώτι και η συγχώνευση απλά επισημαίνει την ασυμβατότητα των δύο. Αυτό μου δίνει πραγματικά στα νεύρα!


Άρα δεν σας πειράζει να σας «επανερμηνεύουν» ελεύθερα;

Η επανερμηνεία είναι ο μόνος τρόπος που μπορεί να επιβιώσει το έργο μου. Σχεδόν χάθηκε στη βικτοριανή εποχή επειδή μερικοί σχολαστικοί ήταν αποφασισμένοι να με προστατεύσουν και να με υπερασπιστούν ενάντια σε κάθε διαστρέβλωση – αυτό όμως που αποκαλούσαν εκείνοι «διαστρέβλωση» ήταν στην πραγματικότητα το Παρόν που αλληλεπιδρούσε με το Παρελθόν, πράγμα που είναι καθήκον του Παρόντος. Αλίμονο αν πέσω στα χέρια των γλωσσαμυντόρων, των λογίων και των ακαδημαϊκών! Είναι οι νέοι πουριτανοί, και πρέπει να τους πολεμήσουμε σήμερα τόσο σθεναρά όσο τους πολέμησα εγώ πριν πέντε αιώνες.


Μπορείτε να μου πείτε αν ο Άμλετ ήταν τελικά τρελός;

Θα λέγατε ότι ένας άνθρωπος που κατσαδιάζει το κορίτσι που υποτίθεται ότι αγαπάει, που επικοινωνεί με το πνεύμα του νεκρού πατέρα του, που επιτίθεται στη μητέρα του επειδή διέπραξε αιμομιξία και στον πατριό του επειδή κοιμάται με τη γυναίκα του, που διακόπτει δημόσιες παραστάσεις προσθέτοντας σκανδαλώδη αποσπάσματα στα έργα των άλλων, που κανονίζει τη δολοφονία των παλιών συμμαθητών του και μετά πάει και πέφτει κατευθείαν μέσα σε μια παγίδα που του στοιχίζει τη ζωή του, που μετατρέπει τη θλίψη για το θάνατο του πατέρα του σε ένα σκάνδαλο το οποίο επιτρέπει σε κάποιον ξένο δικτάτορα να καταλάβει τη χώρα του... είναι τρελός;


Δεν ξέρω. Σήμερα κλείνουν τον κόσμο σε ιδρύματα για λιγότερο κατάφωρα παραπτώματα, οπότε μπορεί και να είναι τρελός. Απ’ την άλλη… δεν φαίνεστε να είστε και πολύ σίγουρος για τον ήρωά σας.

Δεν είναι πια δικός μου. Δεν έχω αξιώσεις πάνω του. Μπορεί κανείς να τον μετατρέψει σε οτιδήποτε, κι αυτό είναι. Κάλλιστα μπορεί να παιχτεί ως «τρελός», στο κάτω κάτω τον έχουν ήδη παίξει ως φιλόσοφο, ρομαντικό, μακάβριο, μιλιταριστή, εγκεφαλικό, εριστικό, ξεπεσμένο, βλάκα, νευρωτικό, θηλυπρεπή. Μπορεί να εκφράσει οποιαδήποτε αντίληψη μπορεί να έχει ένας ηθοποιός ή σκηνοθέτης γι’ αυτόν, αρκεί η συγκεκριμένη αντίληψη να εναρμονίζεται με το κείμενο. Και ξέρετε, τη σήμερον ημέρα, αυτές οι αρμονίες μπορεί να είναι κακόφωνες ή ατονικές, τυχαίες ή πολυφωνικές. Δεν υπάρχουν πια κανόνες, δόξα τω Θεώ, πράγμα που, ενώ δίνει στον καλλιτέχνη περισσότερη ελευθερία, του επιβάλλει και μεγαλύτερη ευθύνη. Πώς το λέει ο Έλιοτ, αυτός ο γερογκρινιάρης τζαναμπέτης: «Δεν υπάρχει ελεύθερος στίχος, αν πρόκειται να κάνει κανείς σωστή δουλειά».


Φαίνεστε πολύ ανεκτικός, αλλά επιτρέψτε μου να σας θυμίσω ότι στη Γερμανία υπάρχει σήμερα κάτι που λέγεται «Regietheater», το οποίο, σύμφωνα με τον Φρανκ Γκύντερ (Frank Günther), εξέχοντα Γερμανό μεταφραστή, σημαίνει: «Θέατρο που έχει εφευρεθεί και δημιουργηθεί από έναν σκηνοθέτη ο οποίος ανεβάζει στη σκηνή τους αυθαίρετους συνειρμούς του και τα πετάγματα της φαντασίας του με πρόσχημα ένα παραδοσιακό θεατρικό έργο, χρησιμοποιώντας οποιοδήποτε στοιχείο της ποπ κουλτούρας, της ποπ μουσικής, της «τρας» ή της πορνογραφίας, το οποίο τον οδηγεί στον ένα συνειρμό ή τον άλλο». Αυτό το είδος θεάτρου είναι πολύ δημοφιλές στους λεγόμενους «κύκλους της διανόησης» και θεωρείται συχνά αβανγκάρντ. Υπάρχει κάποιος βαθμός ακραίας ερμηνείας που θα τον θεωρούσατε «υπερβολικό»;

Κανένας! Οτιδήποτε ξεφεύγει από τους κανόνες και είναι κατά κάποιον τρόπο συναφές με τις ρίζες του πρωτότυπου υλικού είναι νόμιμο. Το να βάλεις περιορισμούς στις ερμηνείες, όσο μακριά από τη ρίζα του υλικού κι αν ξεστρατίζουν, μειώνει απλά τις δυνατότητες του έργου – και κανένας θεατρικός συγγραφέας δεν θέλει να το κάνει αυτό. Ποιος ξέρει τι θα φέρουν οι νεωτερισμοί του 21ου αιώνα – και ποιος νοιάζεται! Το γνήσιο έργο είναι πάντα εκεί, και η τάση της τέχνης είναι τόσο να συστέλλεται όσο και να διαστέλλεται. Μετά τις πιο αχαλίνωτες παρεκκλίσεις από αυτό που υπήρχε αρχικά, σημειώνεται πάντα επιστροφή στο στέρεο έδαφος, οπότε προς τι η ανησυχία;


Εμ, πάντα ήθελα να μάθω: Γιατί στη διαθήκη σας αφήσατε στην Αν Χάθαγουεϊ [4] το «δεύτερο καλύτερο κρεβάτι»;

Είναι αυτό με τις σούστες που σε τσιμπάνε στον πισινό. Μου έκανε τη ζωή μαρτύριο, και το θεώρησα θεία δίκη να της στερήσω τον καλό ύπνο για την υπόλοιπη ζωή της.


Πιστεύετε ότι τα έργα σας θα κρατήσουν για πάντα;

Εννοείς όπως αυτή η βρωμοσυνέντευξη!!!

(Ο Βάρδος πετάει μια κούπα κρασί στη μούρη του δημοσιογράφου και, εκτοξεύοντας χαρακτηρισμούς, χάνεται μέσα στη νύχτα.)


Υποσημειώσεις

[1] Αντιθέτως, το The Cocktail Party του Τ.Σ. Έλιοτ είναι βασισμένο στην Άλκηστη του Ευριπίδη. (Σ.τ.Μ.)

[2] Thomas Kyd (1558–1594): Άγγλος δραματουργός της ελισαβετιανής εποχής, το έργο του οποίου The Spanish Tragedy επηρέασε πολύ τον Άμλετ του Σαίξπηρ. (Σ.τ.Μ.)

[3] Matthew Arnold (1822–1888): Άγγλος ποιητής και κριτικός. (Σ.τ.Μ.)

[4] Ann Hathaway: η σύζυγος του Σαίξπηρ. Στη διαθήκη του της άφησε μόνο το «δεύτερο καλύτερο κρεβάτι» του σπιτιού, πράγμα που έχει θεωρηθεί απόδειξη της κακής τους σχέσης. Άλλοι μελετητές υποστηρίζουν ότι τότε οι περιουσίες περνούσαν στα χέρια των παιδιών, με την υποχρέωση να φροντίσουν τη μητέρα τους, και ότι το καλύτερο κρεβάτι ήταν για τους επισκέπτες, άρα το «δεύτερο καλύτερο κρεβάτι» ίσως ήταν αυτό που μοιραζόταν το ζεύγος, οπότε πρόκειται για πράξη αγάπης. (Σ.τ.Μ.)


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου