Μεταγνώσεις

«Ηταν οι καλύτερες μέρες, ήταν οι χειρότερες μέρες, ήταν τα χρόνια της σοφίας, ήταν τα χρόνια της άνοιας, ήταν η εποχή της πίστης, ήταν η εποχή της ολιγοπιστίας, η εποχή του Φωτός και η εποχή του Σκότους, ήταν η άνοιξη της ελπίδας και ήταν ο χειμώνας της απελπισίας, είχαμε μπρος μας τα πάντα, είχαμε μπρος μας το τίποτε, πηγαίναμε όλοι στον Παράδεισο, πηγαίναμε όλοι στο αντίθετό του»
Ch Dickens, A Tale of Two Cities

«Εσύ κι εγώ Ζόιντ, είμαστε σαν τον Μπιγκ Φουτ. Οι καιροί περνούν, εμείς ποτέ δεν αλλάζουμε…»
Τ Πύντσον, Vineland

«Οι άνθρωποι κάνουν την ίδια τους την Ιστορία, δεν την κάνουν όμως κάτω από ελεύθερες συνθήκες, που διάλεξαν μόνοι τους, μα κάτω από συνθήκες που βρέθηκαν άμεσα, που δόθηκαν και κληρονομήθηκαν από το παρελθόν.»
K Μαρξ, Η 18η Μπρυμαίρ του Λουδοβίκου Βοναπάρτη

«Αυτοί που ελέγχουν το Μικροσκοπικό, ελέγχουν τον κόσμο»
Τ Πύντσον,
Mason & Dixon

Τετάρτη 31 Ιουλίου 2013

Για την ιστορική ισχύ και την ιστορικότητα του μαρξικού νόμου της πτωτικής τάσης του γενικού ποσοστού κέρδους



Το κείμενο που ακολουθεί αποτελείται δύο διαφορετικά αποσπάσματα με θέμα - κυρίως,αλλά όχι αποκλειστικά - την ιστορική ισχύ του μαρξικού νόμου της πτωτικής τάσης του γενικού ποσοστού κέρδους,παρμένα από την εισαγωγή του Γ. Σταμάτη στο βιβλίο της Ν. Μοσκόβσκα «Θεωρίες για τις οικονομικές κρίσεις» (Εκδ. Κριτική [1988]),η οποία υπάρχει αυτοτελώς με τον τίτλο «Η Natalie Moszkowska για τις οικονομικές κρίσεις» στο βιβλίο του ιδίου συγγραφέα «Κείμενα Οικονομικής Θεωρίας και Πολιτικής» (εκδ. Κριτική [1991],Τόμος 1ος,σελ. 255-275). Για την κατανόηση του πλαισίου αναφοράς του κειμένου καθώς και ειδικά του συγκεκριμένου ζητήματος είναι απαραίτητη η ανάγνωση δύο προηγούμενων αναρτήσεων,συγκεκριμένα του κειμένου της Ν. Μοσκόβσκα για τις οικονομικές κρίσεις [βλ. σύνοψη του βιβλίου] και του κειμένου του Γ. Σταμάτη για την σημασία του μαρξικού νόμου της πτωτικής τάσης του γενικού ποσοστού κέρδους για την ανάλυση του κεφαλαίου εν γένει. Συμπληρωματικά ως προς το συγκεκριμένο θέμα κρίνεται επίσης αναγκαία η ανάγνωση των ακόλουθων κειμένων: Ι, II και IIIεδώ,σε απάντηση σε αυτό το άρθρο].

Κλείνει με αυτό τον τρόπο ο κύκλος των αναρτήσεων που αφορούσε ζητήματα γύρω από τον μαρξικό νόμο της πτωτικής τάσης του ποσοστού κέρδους,χωρίς να εξαντλείται πλήρως το συγκεκριμένο ζήτημα,διότι κάτι τέτοιο μπορεί να πραγματοποιηθεί μόνον σε συστηματική επιστημονική βάση (σχετικά βλ. το βιβλίο «Τεχνολογική εξέλιξη και ποσοστό κέρδους στον Marx» του Γ. Σταμάτη).

Οι απόψεις της για τη μακροχρόνια τάση του γενικού ποσοστού κέρδους,που εκθέτει εδώ και συνοπτικότερα στο βιβλίο της Die Dynamik des Spatkapitalismusi η Moszkowska,είναι οι ακόλουθεςii:
Κατ' αρχάς διαπιστώνει,ότι η μακροχρόνια τάση του γενικού ποσοστού κέρδους εξαρτάται κατά κύριο λόγο από την τεχνική πρόοδο και τη μορφή της. Διακρίνει δύο είδη τεχνικής προόδου. Το πρώτο είδος χαρακτηρίζεται από το ότι με την τεχνική πρόοδο και την αύξηση της παραγωγικότητας της εργασίας,η τεχνική σύνθεση του κεφαλαίου,δηλαδή ο λόγος των μέσων παραγωγής προς τη ζωντανή εργασία,αυξάνεται. Πρόκειται δηλαδή για ένα «εξοικονομούν εργασία» είδος τεχνικής προόδου. Το δεύτερο είδος της τεχνικής προόδου χαρακτηρίζεται από το ότι με την τεχνική πρόοδο και την αύξηση της παραγωγικότητας της εργασίας η τεχνική σύνθεση του κεφαλαίου δεν αυξάνεται,αλλά μειούται. Πρόκειται δηλαδή για το «εξοικονομούν μέσα παραγωγής» είδος τεχνικής προόδουiii.

Η Moszkowska διακρίνει στο πρώτο είδος τεχνικής προόδου τρεις «τύπους»,τους τύπους Ι,ΙΙ και ΙΙΙ. Ο τύπος Ι χαρακτηρίζεται από το γεγονός ότι αυξάνεται την παραγωγικότητα της εργασίας ποσοστιαία λιγότερο απ' ό,τι την τεχνική σύνθεση του κεφαλαίου· ο τύπος ΙΙ από το γεγονός ότι αυξάνει την παραγωγικότητα της εργασίας ποσοστιαία τόσο όσο και την τεχνική σύνθεση του κεφαλαίου· και ο τύπος ΙΙΙ από το γεγονός ότι αυξάνει την παραγωγικότητα της εργασίας ποσοστιαία περισσότερο απ' ό,τι την τεχνική σύνθεση του κεφαλαίου. Έτσι ο τύπος Ι αυξάνει,ο τύπος ΙΙ αφήνει αμετάβλητο και ο τύπος ΙΙΙ μειώνει τον λόγο της αξίας των μέσων παραγωγής,δηλαδή του σταθερού κεφαλαίου,προς τη ζωντανή εργασία,τον οποίο η Moszkowska ονομάζει «σύνθεση του κεφαλαίου»iv. Το ίδιο ισχύει επίσης,υπό την προϋπόθεση ότι το ποσοστό υπεραξίας παραμένει αμετάβλητο,για τον λόγο της αξίας των μέσων παραγωγής,δηλαδή του σταθερού κεφαλαίου,προς το μεταβλητό κεφάλαιο,δηλαδή το πληρωμένο μέρος της ζωντανής εργασίας,τον οποίο ο Marx ονομάζεται ως γνωστόν «οργανική» ή «αξιακή σύνθεση του κεφαλαίου»v.

Το δεύτερο είδος τεχνικής προόδου,το οποίο,ενώ αυξάνει την παραγωγικότητα της εργασίας,μειώνει την τεχνική σύνθεση του κεφαλαίου,μειώνει προφανώς τόσο τη «σύνθεση του κεφαλαίου» όσο και την «οργανική σύνθεση του κεφαλαίου».
Κατά την Moszkowska στην εποχή μας η τεχνική πρόοδος είναι του τύπου ΙΙ και ΙΙΙ του πρώτου είδους,υπάρχουν όμως και μερικές τεχνικές καινοτομίες του δευτέρου είδους που,ενώ αυξάνουν την παραγωγικότητα της εργασίας,μειώνουν την τεχνική σύνθεση του κεφαλαίου. Έτσι λοιπόν,σύμφωνα με την Moszkowska,στην εποχή μας,με την τεχνική πρόοδο αυξάνεται η παραγωγικότητα της εργασίας,μειούται όμως η «σύνθεση του κεφαλαίου» και η «οργανική ή αξιακή σύνθεση του κεφαλαίου». Συνεπώς,το γενικό ποσοστό κέρδους,το οποίο,αν χάριν απλοποίησης του πράγματος ληφθεί ως ίσο με τον λόγο της υπεραξίας προς το σταθερό μόνον κεφάλαιο,είναι ίσο με τον λόγο του ποσοστού υπεραξίας προς την «οργανική ή αξιακή σύνθεση του κεφαλαίου»,αυξάνεται -ακόμη και στην περίπτωση που το ποσοστό υπεραξίας έμενε αμετάβλητο· διότι με την τεχνική πρόοδο μειούται η «οργανική ή αξιακή σύνθεση του κεφαλαίου». Το ποσοστό κέρδους αυξάνεται όμως και για έναν ακόμη λόγο: για τον λόγο ότι με την τεχνική πρόοδο -συνεπεία του γεγονότος ότι το πραγματικό ωρομίσθιο αυξάνεται βραδύτερα από την παραγωγικότητα- αυξάνεται και το ποσοστό υπεραξίας. Αν τελικά το ποσοστό κέρδους μακροπρόθεσμα δεν αυξάνεται αλλά παραμένει αμετάβλητο ή αν αυξάνεται λιγότερο από ό,τι θα περίμενε κανείς λόγω της ραγδαίας εξέλιξης της τεχνικής προόδου,αυτό οφείλεται κατά την Moszkowska στον,λόγω έλλειψης ζήτησης,χαμηλό βαθμό απασχόλησης του κεφαλαίου και στα faux frais.

Με faux frais (=νεκρά κόστη) εννοεί η Moszkowska όλα τα τεχνικώς μη αναγκαία κόστη τόσο της παραγωγής όσο και της κυκλοφορίαςvi. Στα κόστη αυτά συγκαταλέγει η Moszkowska τη μη χρησιμοποίηση υπάρχοντος δυναμικού παραγωγής,την καταστροφή «πλεοναζόντων» γεωργικών προϊόντων,τη συντήρηση των ανέργων,τις συνεπεία κρίσεων αναδιαρθρώσεις της παραγωγής,το μηχανισμό αγράς πελατών,το κόστος σχηματισμού καρτέλ,το κόστος του εξωτερικού εμπορίου (δασμούς κλπ. ),το κόστος της διασφάλισης της ιμπεριαλιστικής επιρροής,τους πολεμικούς εξοπλισμούς και τους πολέμους,το κόστος της προσπάθειας επίτευξης οικονομικής αυτάρκειας από τις επιμέρους εθνικές οικονομικές,το κόστος της παρεμβατικής οικονομικής πολιτικής του κράτουςvii.
Η άποψη της Moszkowska,ότι στην εποχή μας η τεχνική πρόοδος έχει ως αποτέλεσμα το ποσοστό κέρδους μάλλον να αυξάνεται ή να παραμένει σταθερό μακροχρόνια παρά να μειούται,είναι ορθή και επιβεβαιώθηκε από πολλές νεώτερες μελέτες,μαρξιστών (και σοβιετικώνviii) και μη,οικονομολόγωνix. Νομίζουμε ότι,όπως για τους οικονομολόγους του 18ου και του 19ου αιώνα η πτωτική τάση του γενικού ποσοστού κέρδους αποτελούσε κάτι σαν αισθητηριακή βεβαιότητα,το ίδιο συμβαίνει και τον 20ό αιώνα με την ανοδική τάση του γενικού ποσοστού κέρδους για τους μαρξιστές οικονομολόγους. Το γεγονός,ότι πολλοί από τους τελευταίους δεν θέλουν να την ομολογήσουν,οφείλεται ίσως στην εσφαλμένη πεποίθησή τους,ότι αν την ομολογούσαν θα παραδέχονταν με την ομολογία τους αυτή ότι ο μαρξικός νόμος της πτωτικής τάσης του ποσοστού κέρδους είναι λανθασμένος. Έτσι εξηγείται το παράδοξο,το οποίο αναφέρει και η Moszkowskax,ότι οι μαρξιστές οικονομολόγοι,ενώ ακόμη και αυτοί οι ίδιοι παραθέτουν στατιστικές που μαρτυρούν αυξήσεις των κερδών και του ποσοστού κέρδους,εξακολουθούν να ισχυρίζονται ότι το τελευταίο παρουσιάζει μια φθίνουσα τάση.
Έχει όμως έτσι το πράγμα; Δέχεται κανείς,αν δεχθεί για τα τελευταία 60 χρόνια μια αύξουσα τάση του ποσοστού κέρδους,ότι ο μαρξικός νόμος της πτωτικής τάσης του ποσοστού κέρδους είναι λανθασμένος;
Νομίζουμε πως όχι. Διότι ο μαρξικός νόμος της πτωτικής τάσης είναι ένας «ιστορικός»,δηλαδή ένας υπό ορισμένες συνθήκες ισχύων,νόμος. Ο Marx δεν ισχυρίστηκε απλώς γενικά ότι το γενικό ποσοστό κέρδους μειούται μακροχρόνια,αλλά ότι μειούται για ορισμένους,ιστορικά δεδομένους λόγους: επειδή στην περίοδο της «μεγάλης βιομηχανίας»,στην οποία αναφέρονταν οι παρατηρήσεις του Marx,η τεχνική πρόοδος ήταν τέτοια που κάθε αύξηση της παραγωγικότητας της εργασίας προϋπέθετε (επειδή ακριβώς η «μεγάλη βιομηχανία» είχε κατακτήσει εν μέρει μόνο και όχι όλους τους κλάδους της παραγωγής) μια αύξηση της «οργανικής ή αξιακής σύνθεσης του κεφαλαίου» και μάλιστα ποσοστιαία μεγαλύτερη από την αύξηση του ποσοστού υπεραξίας που συνεπάγεται από το γεγονός ότι το πραγματικό ωρομίσθιο αυξάνεται βραδύετερα από την παραγωγικότητα της εργασίας. Αυτή η μορφή τεχνικής προόδου ήταν χαρακτηριστική μόνο για την περίοδο ανάπτυξης της «μεγάλης βιομηχανίας»,δηλαδή για την περίοδο μέχρι το 1920 περίπου. Η μορφή της τεχνικής προόδου που κυριαρχεί μετά το 1920 αυξάνει την παραγωγικότητα της εργασίας και αφήνει αμετάβλητη ή μειώνει την «οργανική ή αξιακή σύνθεση του κεφαλαίου»,έτσι ώστε,επειδή το ποσοστό υπεραξίας συνεχίζει για τους ίδιους λόγους που αναφέραμε παραπάνω να αυξάνεται,το ποσοστό κέρδους να μην μειούται πλέον,αλλά να αυξάνεταιxi. Ο μαρξικός νόμος της πτωτικής τάσης του ποσοστού κέρδους παραμένει και σήμερα ορθός από λογική άποψη,από τη στιγμή όμως που άλλαξε,με τον τρόπο που περιγράψαμε,μορφή η τεχνική πρόοδος,δεν ισχύει πλέον,διότι δεν είναι πλέον δεδομένες οι ιστορικές του προϋποθέσεις.

Οι απόψεις λοιπόν της Moszkowska είναι ορθές,χωρίς να αναιρούν τον Marx.
Πέραν ορισμένων ασαφειών και αντιφάσεων ήσσονος σημασίας,η μόνη έλλειψη της επιχειρηματολογίας της Moszkowska έγκειται στο ότι αυτή δεν εξηγεί πώς έγινε το πέρασμα από την παλιά μορφή (αυτή της «μεγάλης βιομηχανίας») στη νέα μορφή της τεχνικής προόδουxii.
Κατά τη Moszkowska το μακροχρόνια αυξανόμενο γενικό ποσοστό κέρδους βραχυχρόνια αυξομειούται με τις διακυμάνσεις του κύκλου της οικονομικής συγκυρίας. Αλλά στο θέμα αυτό θα επανέλθουμε παρακάτω,όταν θα εκθέσουμε τις απόψεις της Moszkowska για τις οικονομικές κρίσεις.
Η Moszkowska είναι η πρώτη οικονομολόγος που αντελήφθη ότι η τάση της σύνθεσης του κεφαλαίου εξαρτάται από την ποσοτική σχέση μεταξύ της ποσοστιαίας αύξησης της παραγωγικότητας της εργασίας και της ποσοστιαίας αύξησης της τεχνικής σύνθεσης του κεφαλαίου και που διατύπωσε τη συνθήκη,υπό την οποία η σύνθεση του κεφαλαίου αυξάνεται (μειώνεται): Η σύνθεση του κεφαλαίου αυξάνεται (μειώνεται),όταν ο ρυθμός αύξησης της παραγωγικότητα της εργασίας είναι μικρότερος (μεγαλύτερος) απ' αυτόν της αύξησης της τεχνικής σύνθεσης του κεφαλαίουxiii. Είναι επίσης η πρώτη που κατανόησε ότι μια πτωτική τάση του ποσοστού κέρδους ενέχει έναν αυξανόμενο λόγο συσωρευόμενης προς συνολική υπεραξία κάθε περιόδουxiv.
[…]

Στο τέταρτο μέρος του βιβλίου της (Η θεωρία του μειούμενου ποσοστού κέρδους),η Moszkowska πραγματεύεται τη θεωρία του Henryk Grossmann,σύμφωνα με την οποία οι κρίσεις που τελικά θα οδηγήσουν στην κατάρρευση του καπιταλισμού οφείλονται στην πτωτική τάση του ποσοστού κέρδους (η οποία πάλι οφείλεται στην με την τεχνική πρόοδο αυξανόμενη τεχνική και οργανική σύνθεση του κεφαλαίου).
Όπως αναφέραμε παραπάνω,κατά τη Moszkowska,το γενικό ποσοστό κέρδους μακροχρόνια δεν μειούται,αλλά μάλλον αυξάνεται. Ωστόσο αυξομειώνεται κατά τη διάρκεια του κύκλου της οικονομικής συγκυρίας: αυξάνεται στη φάση της ανόδου και μειούται στη φάση της ύφεσης. Οι λόγοι αυτών των διακυμάνσεων του ποσοστού κέρδους είναι κατά τη Moszkowska οι εξής: Με την συνεπεία τεχνικής προόδου αυξανόμενη παραγωγικότητα της εργασίας μειώνεται,λόγω της ισχυρής θέσης των καπιταλιστών έναντι των εργατών,η αξία της εργασιακής δύναμης και συνεπώς η καταναλωτική ζήτηση των εργατών και η συνολική ζήτηση. Η συνεπεία της μείωσης της ζήτησης επερχόμενη μείωση των πωλήσεων έχει ως συνέπεια τη μείωση της παραγωγής,δηλαδή υπερπαραγωγή,και συγχρόνως υπερσυσσώρευση κεφαλαίουxv. Η υπεραπαραγωγή,δηλαδή η αυξανόμενη διαφορά μεταξύ της τεχνικά μέγιστης δυνατής και της πραγματικής παραγωγής,συνεπάγεται μειούμενη παραγωγικότητα της εργασίας και η υπερσυσσώρευση,δηλαδή η αυξανόμενη διαφορά μεταξύ της δεδομένης και της για την πραγματική παραγωγή αναγκαίας ποσότητας κεφαλαίου,συνεπάγεται μειούμενο βαθμό απασχόλησης του κεφαλαίου,δηλαδή μειούμενη «παραγωγικότητα» του κεφαλαίου, Κατά συνέπεια μειούται και το ποσοστό κέρδους (τόσο λόγω της μειούμενης παραγωγικότητας της εργασίας,όσο και λόγω της μειούμενης «παραγωγικότητας» του κεφαλαίου). Οι καπιταλιστές,για να σταματήσουν την πτώση της παραγωγικότητας της εργασίας,της «παραγωγικότητας» του κεφαλαίου και έτσι και αυτήν του ποσοστού κέρδους,μειώνουν,για εκάστοτε δεδομένη παραγωγή,την ποσότητα της απασχολούμενης εργασιακής δύναμης και την αύξηση της ποσότητας του κεφαλαίου τους,απολύοντας τους εργάτες και μειώνοντας το ρυθμό συσσώρευσης του κεφαλαίου,δηλαδή τις επενδύσεις. Αυτό έχει ως συνέπεια μια μείωση της πτώσης και αργότερα εκ νέου αύξηση του ποσοστού κέρδους. Την ηθελημένη μείωση της συσσώρευσης στην ύφεση ονομάζει η Moszkowska περιορισμό της παραγωγικής δύναμης ή -έχουσα κατά νου τις τεχνικές καινοτομίες,των οποίων η εισαγωγή παραλείπεται λόγω της ηθελημένης μείωσης της συσσώρευσης,και την αύξηση της παραγωγικότητας της εργασίας,την οποία θα μπορούσαν να επιφέρουν αυτές οι καινοτομίες-,περιορισμό της παραγωγικότηταςxvi.

Πρόκειται για ένα μοντέλο υπερυσυσσώρευσης που μοιάζει με αυτό του Goodwinxvii. Ωστόσο παρουσιάζει σημαντικές διαφορές από αυτό. Στον Goodwin η υπερσυσσώρευση ως αιτία της κρίσης ορίζεται σε αναφορά προς το βαθμό απασχόλησης του εργατικού δυναμικού. Υπερσυσσώρευση έχουμε εδώ,όταν ο ρυθμός συσσώρευσης αυξάνει σε τέτοιο βαθμό το βαθμό απασχόλησης του εργατικού δυναμικού και κατά συνέπεια την αξία της εργασιακής δύναμης,ώστε να μειώνεται το ποσοστό κέρδους. Στον Goodwin λοιπόν οι αυξομειώσεις της αξίας της εργασιακής δύναμης είναι συνέπεια και όχι,όπως στη Moszkowska,αιτία των αυξομειώσεων του βαθμού απασχόλησης του εργατικού δυναμικού. Σε αντίθεση απ' ό,τι στη Moszkowska,στον Goodwin οι αποκλίσεις της ζήτησης από την παραγωγή δεν παίζουν κανένα ρόλο. Ενώ στη Moszkowska ο ρυθμός αύξησης της παραγωγικότητας της εργασίας και ο βαθμός απασχόλησης του κεφαλαίου μεταβάλλονται,στον Goodwin παραμένουν αμετάβλητοι. Ενώ στη Moszkowska μακροχρόνια η αξία της εργασιακής δύναμης μειούται,το ποσοστό υπεραξίας αυξάνεται,η σύνθεση του κεφαλαίου μειούται και το ποσοστό κέρδους αυξάνεται,στον Goodwin τα μεγέθη αυτά παραμένουν μακροχρόνια αμετάβλητα (ακριβέστερα: καθένα τους κυμαίνεται γύρω από μια σταθερή μέση τιμή).



i Δες Natalie Moszkowska, Die Dynamik des Spatkapitalismus, Zurich 1943, S. 6.

ii Τις απόψεις της Natalie Moszkowska για την τάση του γενικού ποσοστού κέρδους πραγματεύονται,μεταξύ άλλων,οι Karl Schoer, Natalie Moszkowskas Beitrag zur Krisentheorie, Diplomarbeit (Habjahresarbeit) vorgelegt bei Prof. Dr. A. Jeck, Universitat Kiel, 1972,S. 20-56,ο ίδιος, Natalie Moszkowska and the Falling Rate of Profit, New Left Review, No 95,Jan/Feb. 1976,p. 92-96, Rubi Schmiede, Gundprobleme der Marxschen Akkumulations und Krisentheorie, Frankfurt/M 1973, S. 137 ff., Georgios Stamatis, Die «spezifisch kapitalistischen» Produktionsmethoden und der tendenzielle Fall der allgemeinen Profitrate bei Karl Marx, Berlin 1977,S. 14-19 και 58 f.

iii Το εξοικονομούν εργασία (μέσα παραγωγής) είδος της τεχνικής προόδου δεν εξοικονομεί βέβαια μόνο εργασία (μόνο μέσα παραγωγής),αλλά και μέσα παραγωγής (εργασία),μόνο που εξοικονομεί ποσοστιαία περισσότερη εργασία (περισσότερα μέσα παραγωγής) απ' ό,τι μέσα παραγωγής (απ' ό,τι εργασία).

iv Για μια μαθηματική απόδειξη δες Georgios Stamatis, Die «spezifisch kapitalistischen» Produktionsmethoden...,ό.π., S. 47-54 και Γιώργος Σταμάτης, Προβλήματα μαρξιστικής οικονομικής θεωρίας, Αθήνα 1986,σελ. 124-129.

v Δες για μια μαθηματική απόδειξη Georgios Stamatis, Die «spezifisch kapitalistischen» Produktionsmethoden..., ό.π., S. 51 και Γιώργος Σταμάτης, Προβλήματα..., ό.π. Σελ. 127ε

vi Δες Natalie Moszkowska, Die Dynamik... ό.π., S. 137.

vii Δες Natalie Moszkowska, Die Dynamik..., ό.π., S. 99-132

viii Δες π.χ. Kudrow W.M.-Niktin S.M., Hauptkennziffern fur die Entwicklung der kapitalistischen Wirtschaft,στο Autorenkollektiv, Politische Okonomie des heutigen Monopolkapitalismus, Berlin (DDR) 1972, S. 297-353

ix Δεν εννοούμε βέβαια της μαθηματικές «αποδείξεις» που έδωσαν τα τελευταία χρόνια στα πλαίσια πολυτομεακών μοντέλων παραγωγής νεορικαρδιανοί -μαρξίζοντες και μη- οικονομολόγοι,ότι το ποσοστό κέρδους πρέπει αναγκαστικά να μειούται. Διότι οι αποδείξεις αυτές βασίζονται άρρητα,παρά τα μαθηματικά που χρησιμοποιούν,στη στοιχειώδη «εξυπνάδα» και «πονηριά» του κοινού νου,κατά την οποία οι καπιταλιστές,επειδή ως «έξυπνοι» άνθρωποι δεν θα εφάρμοζαν ποτέ μια τεχνική που θα τους μείωνε το ποσοστό κέρδους,δεν εφαμρόζουν παρά μόνο τεχνικές που τους αυξάνουν το ποσοστό κέρδους -το οποίο ως εκ τούτου δεν δύναται βέβαια στην πραγματικότητα να μειούται,αλλά μόνον να αυξάνεται. Τις αποδείξεις αυτές παρουσιάζει και αναλύει ο Michael Funke στο άρθρο του Technikwahl und Profitrate -ein kritischer Uberblick uber die derzeitige Diskussion zum «Gesetz vom tendenziellen Fall der Profitrate», Hefte fur Politische Okonomie. Heft 5, Gottingen 1983, S. 77-103.

x Δες Natalie Moszkowska, Die Dynamik..., ό.π., S. 47.

xi Δες Georgios Stamatis, Die «spezifisch kapitalistischen» Produktionsmethoden...,ό.π., S. 287-300 και Γιώργος Σταμάτης, Προβλήματα..., ό.π., σελ. 210-219.

xii Για το πέρασμα αυτό δες Georgios Stamatis, Die «spezifisch kapitalistischen» Produktionsmethoden...,ό.π., S. 287-290 και Γιώργος Σταμάτης, Προβλήματα..., ό.π., σελ. 210-212.

xiii Δες Georgios Stamatis, Die «spezifisch kapitalistischen» Produktionsmethoden...,ό.π., S. 16,υποσημείωση 1.

xiv Δες Natalie Moszkowska, Die Dynamik...,ό.π., S. 50. Για μια μαθηματική απόδειξη αυτής της θέσης δες Georgios Stamatis, Die «spezifisch kapitalistischen» Produktionsmethoden...,ό.π., S. 232-236 και Γιώργος Σταμάτης, Προβλήματα..., ό.π., σελ. 192-203.

xv Υπερπαραγωγή έχουμε όταν η συνεπεία μειωμένης ζήτησης μείωση της παραγωγής οδηγεί σε αύξηση της διαφοράς μεταξύ της τεχνικά μέγιστης δυνατής και της πραγματικής παραγωγής. Υπερσυσσώρευση έχουμε όταν η ποσότητα του δεδομένου κεφαλαίου είναι μεγαλύτερη από την ποσότητα,η οποία είναι τεχνικά αναγκαία για την αντιστοιχούσα στη μειωμένη ζήτηση παραγωγή. Υπερπαραγωγή και υπερσυσσώρευση είναι λοιπόν διαφορετικές όψεις του ιδίου πράγματος.

xvi Πραγματικό περιορισμό της παραγωγικότητας έχουμε ωστόσο μόνο στην αρχή της κρίσης,όταν συνεπεία της μειωθείσας ζήτησης και πριν ακόμη απολυθούν εργάτες μειούται η παραγωγή.

xvii Δες R.M. Goodwin, «Ένα είδος κυκλικών διακυμάνσεων σε μια διευρυνόμενη οικονομία«, Τεύχη Πολιτικής Οικονομίας, τχ. 1, Αθήνα Φθινόπωρο 1987, σελ 3-12 και Θέμις Μινόγλου-Γιώργος Σταμάτης, «Παρατηρήσεις στο άρθρο του R.M. Goodwin», Τεύχη Πολιτικής Οικονομίας, τχ. 1, Αθήνα Φθινόπωρο 1977, σελ. 13-43



Πηγή: Die Bestimmung des Menschen

2 σχόλια:

  1. Ευχαριστώ/ούμε για την αναδημοσίευση. Αν σου είναι δυνατό κάνε μια μικρή αναφορά στο τέλος της ανάρτησης ή όπου αλλού θέλεις στην πηγή του κειμένου [http://bestimmung.blogspot.gr/2013/07/blog-post_3996.html].

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  2. Το φάντασμα της Μάγκυ: να τι πλανιέται πάνω από την Ευρώπη

    http://failedevolution.blogspot.gr/2013/07/blog-post_18.html

    ΑπάντησηΔιαγραφή