Μεταγνώσεις

«Ηταν οι καλύτερες μέρες, ήταν οι χειρότερες μέρες, ήταν τα χρόνια της σοφίας, ήταν τα χρόνια της άνοιας, ήταν η εποχή της πίστης, ήταν η εποχή της ολιγοπιστίας, η εποχή του Φωτός και η εποχή του Σκότους, ήταν η άνοιξη της ελπίδας και ήταν ο χειμώνας της απελπισίας, είχαμε μπρος μας τα πάντα, είχαμε μπρος μας το τίποτε, πηγαίναμε όλοι στον Παράδεισο, πηγαίναμε όλοι στο αντίθετό του»
Ch Dickens, A Tale of Two Cities

«Εσύ κι εγώ Ζόιντ, είμαστε σαν τον Μπιγκ Φουτ. Οι καιροί περνούν, εμείς ποτέ δεν αλλάζουμε…»
Τ Πύντσον, Vineland

«Οι άνθρωποι κάνουν την ίδια τους την Ιστορία, δεν την κάνουν όμως κάτω από ελεύθερες συνθήκες, που διάλεξαν μόνοι τους, μα κάτω από συνθήκες που βρέθηκαν άμεσα, που δόθηκαν και κληρονομήθηκαν από το παρελθόν.»
K Μαρξ, Η 18η Μπρυμαίρ του Λουδοβίκου Βοναπάρτη

«Αυτοί που ελέγχουν το Μικροσκοπικό, ελέγχουν τον κόσμο»
Τ Πύντσον,
Mason & Dixon

Τρίτη 7 Ιανουαρίου 2014

(Ο) μεταμοντερνισμός, (ο) μαρξισμός και (οι) εκδοχές του μέλλοντος. Μια συζήτηση με τον Martin Jay

Από τη συζήτηση του Martin Jay (MJ)  με τον Miguel Angel Sanz Loroño (MASL)
(μτφρ. cryingwolf)
Πηγή: Historiografías 2, pp. 98-109. (2011)


(MASL)Αυτό που μού’ ρθε στο μυαλό διαβάζοντας την Αυτοκρατορία των A. Negri και Μ. Hardt ήταν ότι ο μεταμοντερνισμός (μΜ), ως πολιτισμική λογική του ύστερου καπιταλισμού, είναι ένα αφοπλισμένο μείγμα της κουλτούρας των σίξτις και της νεωτερικής πρωτοπορίας. Νομίζω ότι ήταν πραγματικά εύκολο για τον καπιταλισμό να αφοπλίσει τις δυο αυτές αμφισβητήσεις του και να μας τις γυρίσει πίσω μέσω του πολιτισμικού του δικτύου. Μια κουλτούρα μετατράπηκε σε οικονομικά με το όνομα μεταφορντισμός. Τι πιστέυεις για όλα αυτά; Ποια είναι η βασική πρόκληση; 

(MJ): Ο μΜ δεν λειτούργησε ποτέ στο επίπεδο μιας συστηματικής κριτικής της ολότητας των σχέσεων που, γενικά μιλώντας, αποκαλούμαι καπιταλισμό. Πάντα αναφερόταν περισσότερο στο επίπεδο της κουλτούρας παρά στο επίπεδο της οικονομίας. Ήταν πάντα δύσκολο να κατανοηθεί η πολιτική του θέση. Δεν ήταν ξεκάθαρα ούτε με τη Δεξιά ούτε με την Αριστερά. Ο Habermas, για παράδειγμα, πάντα τον έβλεπε ως εγγενώς δεξιό ρεύμα. Μίλησε γι’ αυτόν σε σχέση με το «νέο-συντηρητισμό», τουλάχιστον για τη Γερμανία. Στις ΗΠΑ μπορεί να πάρει οποιαδήποτε κατεύθυνση. Ασκούσε πάντα μια μορφή ήπιας κριτικής πάνω σε ορισμένες όψεις του κοινωνικού συστήματος. Και ως αποτέλεσμα, ποτέ δεν απορροφήθηκε από το σύστημα αφού ποτέ δεν ισχυρίστηκε ότι είναι εκτός του και του αντιτίθεται. Είχε, επίσης, μια υποτιμητική επίδραση πάνω στις ουτοπικές και επαναστατικές προθέσεις. Ποτέ δεν θεώρησε ότι είναι εφικτός ο ριζοσπαστικός μετασχηματισμός του συστήματος. Λειτουργούσε πάντα στις διεπιφάνειες του κυρίαρχου συστήματος για να αμφισβητήσει ορισμένες πλευρές του και για να επιβεβαιώσει κάποιες άλλες. Κατά αυτόν τον τρόπο ήταν πάντα ένα «μετριοπαθές» κριτικό εργαλείο. Ακόμη, είναι πάντα δύσκολο να καθορίσουμε τι πραγματικά θεωρεί ως επιτυχία και κατά συνέπεια το αναζητεί; Όπως υποδηλώνει και το πρόθεμα «μετά», ο μΜ προέκυψε μετά από μια εποχή που, από πολλές απόψεις, ήταν ακόμη παρούσα. Το ποια ήταν η πυξίδα του, ποιοι οι στόχοι του και ποιες οι εναλλακτικές προτάσεις του δεν ήταν ποτέ ξεκάθαρο; Οι άνθρωποι μπορούσαν να πιστέψουν για αυτόν ό,τι ήθελαν και έτσι αυτός μπορούσε να εμφανίζεται και ως υπόσχεση και ως απειλή. Σήμερα ο μΜ είναι υποβαθμισμένος. Ήταν στις δόξες του στη δεκαετία του 1980 και 1990 αλλά μετά την 9/11 έπαψε να αποτελεί σημαντικό θέμα.

Πάντως μας κληροδότησε ορισμένες σημαντικές θέσεις. Η κριτική του Lyotard πάνω στις μετα-αφηγήσεις, στις ολοκληρωτικές αφηγήσεις από την σκοπιά ενός ιδιαίτερου έθνους ή κοινωνικής τάξης που ισχυρίζονται ότι είναι στην πρώτη γραμμή της ιστορίας, είναι ιδιαίτερα σημαντική και έχει ιδιαίτερη δύναμη. Σήμερα κανείς δεν μπορεί να είναι σίγουρος για την κατεύθυνση που έχει πάρει ο κόσμος. Δεν υπάρχει μια απλή αφήγηση ούτε και μια συνεπής ιστορία. Δεν υπάρχει μια και μόνο κατεύθυνση προς την οποία πορεύεται ο κόσμος. Καμιά ομάδα δεν αντιπροσωπεύει το μέλλον και οποιαδήποτε μπορεί να θεωρεί ότι είναι η πρωτοπορία. Η νεωτερική ιδέα ενός απλού μοντέλου αλλαγής το οποίο όλοι τελικά θα ακολουθούσαν έχει πέσει σε ανυποληψία. Ο μΜ εξέφρασε πειστικά αυτήν την απώλεια πίστης στις μετα-αφηγήσεις.


(MASL): Παρεμπιπτόντως, όσο αφορά τις μετα-αφηγήσεις, έχει η ιστορία τους κάποιο νόημα; Ή είναι μάσκες νοήματος που, όπως είπε ο Herman Paul μνημονεύοντας τον καθηγητή White, δίνουμε εμείς σε μια πραγματικότητα χωρίς νόημα;

(MJ): Πιστεύω ότι η ιστορία έχει πολλά νοήματα παρά ένα συγκεκριμένο νόημα. Δε νομίζω ότι μπορούμε να ανάγουμε όλες τις ιστορίες σε μια συνεκτική ιστορία λύτρωσης, απελευθέρωσης, εκσυγχρονισμού ή οποιουδήποτε άλλου κυρίαρχου όρου. Τέτοιες ιδέες εξέφρασαν πάντα την ιμπεριαλιστική τάση επιβολής μιας πιθανής ιστορίας, γραμμένης από πλεονεκτική θέση, σε όλες τις άλλες. Στην κοσμική της εκδοχή, η ιδέα μιας συγκεκριμένης ιστορίας προέκυψε μόλις τον 18ο αιώνα, είναι ξεκάθαρα ευρωκεντρική και δεν επέζησε στη μεταμοντέρνα εποχή.

Παρόλα αυτά δεν θα συνυπέγραφα την εναλλακτική θέση ότι τα πάντα είναι χάος χωρίς νόημα. Υπάρχει νόημα σε πολλά διαφορετικά επίπεδα ακόμη κι αν μερικές φορές υπάρχει αντίφαση ή/και ένταση μεταξύ αυτών των νοημάτων. Λέμε στους εαυτούς μας ιστορίες που εξηγούν πως γίναμε αυτό που είμαστε, προς τα πού μπορεί να κατευθυνθούμε στο μέλλον και σε τι ελπίζουμε. Μέσω των ιστοριών προσπαθούμε να εμπνευστούμε για τη μελλοντική μας πορεία. Αν χάσουμε επαφή με τις ιστορίες μας και τις ιστορίες των άλλων θα χάσουμε κι αυτό που δώσει στις ζωές μας έναν συλλογικό προσανατολισμό. Το παρελθόν μπορεί να κατανοηθεί με διαφορετικούς τρόπους, να του δοθούν διαφορετικά νοήματα και με βάση αυτά να εκτιμήσουμε τις επιλογές που έχουμε για τη μελλοντική μας πορεία και όχι να κατανοηθεί σαν αναπόφευκτη μοίρα. Αν είμαστε τυχεροί, θα αποφύγουμε την επιβολή μιας κυρίαρχης ιστορίας, μιας επίσημης «ιστορίας της φυλής» γραμμένης από μια κυρίαρχη μειοψηφία που θεωρεί ότι μιλάει για λογαριασμό όλων.

(MASL): Τα τελευταία χρόνια έχει υποστηριχτεί ότι ο μΜ πέθανε. Συμφωνείς με ατή τη θέση;

(MJ): Νομίζω ότι έχει χάσει μεγάλο μέρος από τη δύναμή του. Δεν είμαι σε θέση να γνωρίζω αν εισερχόμαστε σε μια νέα εποχή. Θεωρώ ότι είμαστε ακόμη στη μέση της νεωτερικής εποχής με την ευρεία έννοια και ότι το μετά ήταν λιγότερο σημαντικό από το νεωτερικό. Αντιμετωπίζουμε ακόμη πολλά από τα προβλήματα που αντιμετώπισε η νεωτερικότητα. Πολλά από αυτά που ο μΜ θεώρησε ως καινούργια αποδείχτηκε ότι είχαν γίνει, με τη μια ή την άλλη μορφή, από διαφορετικούς αισθητικούς μοντερνισμούς.

Αλλά όπως είπα και πριν, ο μΜ μας έμαθε κάποια πράγματα: την καχυποψία απέναντι στις μετα-αφηγήσεις, την σκεπτική στάση απέναντι στο «αυτόνομο» υποκείμενο, την απόρριψη της μάταιης αναζήτησης ακλόνητων γνωστικών και κανονιστικών θεμελίων. Θα προσέθετα και την εξασθένιση της πίστης μας στις τεχνολογικές λύσεις των προβλημάτων μας, αν και δεν ήταν λίγες οι φορές που ο μΜ εκθείασε το τεχνολογικό μεγαλείο. Γενικά, όμως, θα έλεγα ότι ο μΜ δεν είναι μια ένα παραγωγικό ερευνητικό πρόγραμμα με τη σημασία που δίνει στον όρο ο Imre Lakatos.


(MASL): Συμφωνώ ότι ο μΜ ως πνευματικό κίνημα έχει τελειώσει. Από την άλλη όμως νομίζω ότι ζούμε ακόμη σε μια μεταμοντέρνα εποχή με την έννοια της πολιτισμικής λογικής του ύστερου καπιταλισμού (Jameson)


(MJ): Ο όρος «ύστερος καπιταλισμός» είναι προβληματικός. Το πρόβλημα με τον καπιταλισμό είναι ότι ποτέ δεν είναι αρκετά ύστερος. Μπορεί σήμερα να είμαστε στην αρχή της καπιταλιστικής εποχής. Μπορεί ακόμη να βιώνουμε και τον «πρώιμο καπιταλισμό». Ο ύστερος καπιταλισμός έχει νόημα μόνο από την οπτική της Δύσης. Η Κίνα κι η Ινδία μόλις πρόσφατα υιοθέτησαν αυτόν τον τρόπο παραγωγής. Έτσι, ο καπιταλισμός, για καλό ή για κακό, φαίνεται να έχει πολύ μέλλον ακόμη.

Εντούτοις, ο μΜ μπορεί κάλλιστα να ήταν μια πολιτισμική έκφραση των ασυμβίβαστων αντιφάσεων και των ενδημικών κρίσεων μιας συγκεκριμένης φάσης του «ύστερου» καπιταλισμού στη Δύση. Παρά τις πολλές συνέχειες και επαναλήψεις νεωτερικών ιδεών, υπάρχουν ορισμένα χαρακτηριστικά πολιτισμικού σχηματισμού. Θυμάμαι όταν διάβαζα το βιβλίο του Jameson που μου δημιουργήθηκε μια αίσθηση βιασύνης του συγγραφέα, με την έννοια ότι μιλούσε για ολοκληρωτική κυριαρχία της φύσης από την καπιταλιστική κουλτούρα.  Νομίζω ότι είναι ξεκάθαρο ότι η φύση – τόσο ως εξωτερικό περιβάλλον όσο και ως εσωτερικός ανθρώπινος ψυχισμός – δεν κυριαρχείται από την ανθρώπινη κουλτούρα, καπιταλιστική ή άλλη.


(MASL): Νομίζω ότι η ιδέα του Jameson για το θάνατο της φύσης ή την υλική αναπαράσταση του ασυνείδητου είναι πολύ σημαντικές στην εννοιοποίηση του μΜ από μέρους του. Τις βρήκα πολύ εμπνευσμένες αλλά και έντονα φορτισμένες με πολεμική διάθεση. Νομίζω ότι η απαισιοδοξία του Jameson είναι περισσότερη από όση μπορεί να αντέξει. Μερικές πλευρές της θέσης του είναι κατά κάποιον τρόπο προβληματικές προσλήψεις των έργων του Max Weber και του Michel Foucault.

(MJ): Ο Foucault πάντοτε πίστευε ότι θα υπάρχει αντίσταση στην κυριαρχία. Ότι θα υπάρχουν πάντοτε σώματα και ηδονές που δεν θα μπορούν να πειθαρχηθούν και να κανονικοποιηθούν. Στον πολιτισμό πάντα υπήρχε το «έξω», το «εκτός». Γνώριζε ότι ο πολιτισμός δεν μπορούσε να έχει τον πλήρη έλεγχο. Ως αποτέλεσμα, δεν υπάρχει μια συγκεκριμένη κουλτούρα, αλλά μάλλον πολλές. Αυτές ανταγωνίζονται μεταξύ τους, πότε κυριαρχεί η μια πότε η άλλη, και έτσι αποκλείουν την ολοκληρωτική κυριαρχία της μιας. Ο Foucault αρνείται να τραβήξει μια διαχωριστική γραμμή μεταξύ εξωτερικών κανόνων/τύπων και εσωτερικών επιθυμιών και ανάγει τα πάντα στην πολιτισμική κατασκευή.

(MASL): Σύμφωνα με τον François Cusset, μπορούμε να πούμε ότι η Γαλλική Θεωρία είναι μια αμερικανική δημιουργία που βασίστηκε στα γραπτά μερικών Γάλλων φιλοσόφων από τις δεκαετίες του 1960 και 1970. Έχεις γράψει ένα εξαιρετικό βιβλίο πάνω στο θέμα (Downcast Eyes). Πιστεύω ότι μετά το τέλος του «πολέμου των θεωριών» μπορούμε να χρησιμοποιήσουμε πλέον τη θεωρία χωρίς τις υπερβολές του παρελθόντος.

(MJ): Νομίζω ότι δεν είναι τόσο ζήτημα κατασκευής αλλά ζήτημα διαλόγου στον αγγλο-αμερικανικό κόσμο. Ήταν που επέστρεψε στη Γαλλία ως κατασκευή ή ακόμη και ως προδοσία αυτού που ήταν η γαλλική σκέψη εκείνα τα χρόνια.

Πρώτα απ’ όλα είναι ανομοιογενής. Δεν υπάρχει μια συγκεκριμένη Γαλλική Θεωρία. Πολύ συχνά υπάρχουν διαφωνίες που εκφράζονται με έντονο τρόπο. Πάντως, είναι αλήθεια ότι μερικές φορές υπήρξε ένας γρήγορος και εύκολος αναγωγισμός.  Από την άλλη μεριά, είναι αλήθεια ότι ο αγγλο-αμερικανικός κόσμος διάβασε τους θεωρητικούς αυτούς με πολύ γόνιμο τρόπο. Οι αγγλο-αμερικανοί αναγνώστες και κριτικοί, πολύ συχνά, ερμήνευσαν σωστά αυτούς τους θεωρητικούς. Αλλά είναι αλήθεια, επίσης, ότι η πρόσληψη ιδεών, ειδικά όταν αυτές διαπερνούν εθνικά και γλωσσικά όρια, υπόκειται πάντα με παρερμηνείες και «δημιουργική» οικειοποίηση. Το ίδιο πράγμα έκαναν κι οι Γάλλοι.

Αυτό που καλείται Γαλλική Θεωρία είναι πολύ συχνά μια ερμηνεία ή παρερμηνεία των Nietzsche, Husserl, Heidegger, Spinoza, Marx και Freud. Ο Γάλλος Freud έχει πολύ μικρή σχέση με τον Γερμανό Freud.

Τέλος, υπάρχουν μερικές εργασίες πάνω στην καταγωγή των ιδεών της Γαλλικής Θεωρίας που ανιχνεύουν τη γένεση ορισμένων από αυτές στις ίδιες τις ΗΠΑ. Έτσι, θα έλεγα ότι έχουμε μια διεργασία ημι-παρερμηνείας, ημι-ερμηνείας ή ημι-οικειοποίησης. Δεν είναι μια τυπική διεργασία αποδοχής. Θα απέφευγα τη θέση ότι δεν είναι τίποτε άλλο από μια κατασκευή. Είναι ένα διαλογικό αλληλεπιδραστικό υβρίδιο. Η Γαλλική Θεωρία είναι υβριδοποίηση από πάνω ως κάτω.

(MASL): Tί έχει απομείνει από αυτήν τη φιλοσοφική φασαρία εδώ στις ΗΠΑ;

(MJ): Ο δημιουργικός διάλογος συνεχίζεται ακόμη αλλά όχι με τη ρυθμό και την ένταση των προηγούμενων δεκαετιών. Υπάρχουν επίσης καινούργιοι Γάλλοι θεωρητικοί από τους οποίος μαθαίνουμε: Rancière, Badiou, Balibar κ.λπ. Η υπεροψία που εξέφρασαν ορισμένοι μελετητές της Γαλλικής Θεωρίας δεν υπάρχει πια.
Τώρα είναι δυνατό να είσαι πιο επιφυλακτικός και επιλεκτικός στις αποκρίσεις σου σε αυτές τις ιδέες και χωρίς να χρειάζεται να σκανδαλίσεις τους σκεπτικούς ή να συγχαίρεις τον εαυτό σου σαν τον πιο έξυπνο μέσα στην αίθουσα. Δεν μου αρέσει να μιλώ για το «θάνατο» ενός κινήματος ή μιας ιδέας. Συχνά μιλάμε με δραματικό τόνο για τον υποτιθέμενο θάνατο της τέχνης, το θάνατο της νεωτερικότητας, το θάνατο της ουτοπίας και γενικά το θάνατο όλων αυτών που δεν είναι πια της μόδας. Αντίθετα από τους ανθρώπους και τα άλλα θνητά όντα, ιδέες που φαίνονται ξεθωριασμένες επιστρέφουν με απροσδόκητους τρόπους. Πάρτε για παράδειγμα τον αμερικανικό πραγματισμό. Ανακηρύχτηκε «νεκρός» στις δεκαετίες 1950 και 1960. Κανείς δε διάβαζε Dewey, Peirce ή James. Αλλά σήμερα, χάρη σε φιλόσοφους όπως ο Richard Rorty, ο Richard Bernstein, ο Richard Shusterman, ο Hilary Putnam, ακόμη κι ο Jürgen Habermas, έχει πάλι έναν πολύ σημαντικό ρόλο στον όλο διάλογο.

(MASL): Ας επιστρέψουμε στο Μαρξ. Παρά τα μεγάλα επιτεύγματα των αμερικανών κριτικών που βοήθησαν στο να έρθουν στην επιφάνεια καινούργιες και λαμπρές αναγνώσεις του μαρξισμού, δεν μπορώ να πω ότι διάβασα πολλά βιβλία σχετικά με το θέμα. Και δεν με βοηθάει η σκέψη ότι οι κριτικοί αυτοί έχουν με κάποιο τρόπο καταστήσει τον Μαρξ ακίνδυνο. Τι μπορείς να μας πεις για την αμερικανική ιστορία της μαρξιστικής φιλοσοφίας στους μεταμοντέρνους καιρούς;

Ο μαρξισμός στις ΗΠΑ ήταν πάντα σε κατάσταση πολέμου. Αλλά γύρω στα τέλη της δεκαετίας του 1960, για ένα πολύ μικρό χρονικό διάστημα, η μαρξιστική θεωρία άρχισε να ενστερνίζεται μια μη δογματικό στάση, σαφώς διακριτή από τον κομμουνισμό και το σταλινισμό ιδιαίτερα. Μπορούσε κανείς να είναι μαρξιστής διανοούμενος χωρίς να ακολουθεί τη γραμμή του Κόμματος ή να είναι αναγκασμένος να υπερασπιστεί τη Σ. Ένωση ή την Κίνα. Για αυτό το μικρό χρονικό διάστημα, 10 ή 15 ετών περίπου, τα γνήσια διανοητικά ταλέντα μπορούσαν να κατευθυνθούν προς τη μαρξιστική θεωρία και προς ιδέες που έρχονταν από την Ευρώπη. Το 1970 συνεισέφερα σε μια συλλογή που είχε τον τίτλο «The Unknown Dimension» και ο οποίος υποδείκνυε την ομιχλώδη ακόμη εικόνα που υπήρχε στην Αμερική για την αριστερή ευρωπαϊκή σκέψη. Οι άνθρωποι δεν ήξεραν ακόμη τον Gramsci, τον Althusser, τον Sartre, τη Σχολή της Φραγκφούρτης, τον Bloch ή ακόμη και τον Lukács. Υπήρχε μεγάλος ενθουσιασμός στην πρώτη επαφή με τις ιδέες αυτές όπως αποτυπώθηκε σε βιβλία όπως το «Marxism and Form» του Jameson. Στη συνέχεια, καθώς η αριστερά άρχισε να υποχωρεί ως πολιτική δύναμη, ο ενθουσιασμός αυτός έσβησε και τη θέση του πήραν τα μεταστρουκτουραλιστικά ρεύματα. Πολλοί πρώην αριστεροί έγιναν μετά- ή ακόμη και αντι-μαρξιστές. Πιθανόν σήμερα, με την οικονομική κρίση να μην λέει να τελειώσει,  η μαρξιστική κριτική να μπορεί να επανέλθει στο προσκήνιο. Ακόμη είναι πολλοί λίγοι οι σημαντικοί αμερικανοί διανοούμενοι που μπορούν χωρίς δισταγμό να αυτοαποκαλούνται μαρξιστές και να στοχάζονται πάνω στο σοσιαλισμό ως εναλλακτικό σύστημα.

(MASL): Τι είναι κατά τη γνώμη σου ο διανοούμενος; Σε ρωτώ γιατί δεν είμαι σίγουρος ότι υπάρχουν στις ΗΠΑ διανοούμενοι από τον καιρό του Lionel Trilling και μετά. Σε έναν από τους προλόγους του στο «The Ideologies of Theory» ο Jameson λέει ότι οι αριστεροί αμερικανοί συγγραφείς και ειδικά οι μαρξιστές αναζητούσαν πάντα ένα κοινό το οποίο όμως ποτέ δεν ήταν εκεί στο ραντεβού. Γιατί έχουν έτσι τα πράγματα;

(MJ): Η λέξη «διανοούμενος», που εισήλθε στην κυκλοφορία κατά τη διάρκεια της υπόθεσης Dreyfus, είχε από την αρχή μια αύρα αμφιβολίας ή ακόμη κι αρνητικότητας. Αν κάποιος με ρωτήσει τι δουλειά κάνω, δεν θα απαντούσα διανοούμενος. Μάλλον θα έλεγα ότι είμαι ιστορικός ή καθηγητής. Ο διανοούμενος κατά κάποιον τρόπο δείχνει να αυτοπροσδιορίζεται με  αλαζονεία. Είναι μια λέξη που έχει ακόμη πολλές αρνητικές συμπαραδηλώσεις. Επίσης, ανάλογα με τα συμφραζόμενα, το νόημα της αλλάζει. Διανοούμενος μπορεί να είναι κάποιος που εκπροσωπεί τους θεσμούς μιας συγκεκριμένης κοινωνίας, ένας «ιερέας» όπως κάποτε το έθεσε ο Leszek Kolakowski, και ο οποίος νομιμοποιεί την υπάρχουσα κατάσταση πραγμάτων. Αλλά μπορεί να είναι και κάποιος ή κάποια που είναι εκτός των θεσμών, που τους αντιτίθεται και τους κριτικάρει και μ΄αυτήν την έννοια είναι ένα είδος «γελωτοποιού». Γενικά οι διανοούμενοι είναι αρκετά θαρραλέοι (ή αρκετά ανόητοι) ώστε να ασκούν κριτικοί σε θέματα πέρα από τα στενά πλαίσια της ειδικότητάς τους. Οι ίδιοι έχουν υποστηρίξει ότι αποτελούν τη διαφωτιστική πλευρά μιας ειδικής ομάδας – του έθνους, της κοινωνικής τάξης – πέρα από το στενό κύκλο των ίδιων των διανοουμένων. Μπορεί να προσπαθήσουν να μιλήσουν στο όνομα του γενικού συμφέροντος της κοινωνίας ή και του ανθρώπινου είδους, πράγμα που είναι αρκετά επικίνδυνο και έχει μεγάλα ρίσκα.

Ο Michel Foucault έχει ασκήσει δριμύτατη κριτική στον καθολικό (universal ) διανοούμενο και σήμερα είναι πολύ δύσκολο για κάποιον να παίξει αυτόν τον ρόλο. Ο Stefan Collini έχει γράψει ένα εξαιρετικό βιβλιαράκι (Absent Minds) στο οποίο πραγματεύεται τη στάση των βρετανών απέναντι στους διανοούμενους, η οποία είναι εν πολλοίς περιφρονητική για να μην πούμε εμπαθής και συμπυκνώνεται στη φανταστική γαλλική φιγούρα του ηρωικού, δημόσιου και καθολικού διανοούμενου.

Αυτή η επαμφοτερίζουσα άποψη για τους διανοούμενους υπάρχει σε μεγάλο βαθμό και στις ΗΠΑ. Η οποία είναι μια χώρα που το διανοητικό παιχνίδι παίζεται, σχεδόν εξ ολοκλήρου, εντός των ακαδημαϊκών τειχών. Στην ουσία δεν υπάρχει διανοούμενος που να σχετίζεται με τα πολιτικά κόμματα. Υπάρχουν λίγοι διανοούμενοι (αν υπάρχει, μάλιστα, κανένας) που να προήλθαν από την κατώτερη κοινωνικά τάξη και να μιλούν εξ ονόματός της (με την έννοια του οργανικού διανοούμενου του Gramsci). Οι περισσότεροι από εμάς έχουν την ασφάλεια της πανεπιστημιακής θέσης ή/και μπορούν και εξασφαλίζουν χρηματοδότηση για τις εργασίες τους. Επομένως, δεν μπορούμε να πούμε ότι ο αμερικανός διανοούμενος καίγεται να κριτικάρει και να αντιτεθεί σε ένα αβάσταχτο status quo. Η κλασική περίπτωση αυτού του τύπου, η ρώσικη ιντελιγκέντσια του 19ου αιώνα, ήταν τόσο περιθωριοποιημένη και κυνηγημένη που ήταν αποξενωμένη από την κοινωνία στην οποία ζούσε. Οι αμερικανοί διανοούμενοι δεν είναι ποτέ τόσο εχθρικοί και αδιάλλακτοι ακόμη κι όταν παίρνουν ιδιαίτερα κριτική στάση απέναντι στη διαχειριστική πολιτική. Κι αυτό μπορεί να είναι και καλό. Δηλ., δεν πετυχαίνουν πάντα με το να είναι ακραία πολιτικά και παρείσακτα κοινωνικά πολιτικά υποκείμενα που σχεδιάζουν ουτοπικά σχήματα με τα οποία θα αλλάξουν την ολότητα των σχέσεων μέσα στις οποίες (και από τις οποίες) καθορίζονται. Οι αμερικανοί διανοούμενοι βρίσκονται κάπου ανάμεσα στο κομφορμιστή μανδαρίνο και τον παρείσακτο κριτικό. Αποτελούν ένα πολύ συγκεκριμένο και κλειστό κομμάτι της δημόσιας ζωής με την έννοια ότι μιλούν σχεδόν αποκλειστικά μεταξύ τους: διανοούμενοι με ακαδημαϊκούς και ακαδημαϊκοί με διανοούμενους. Υπάρχει μεγάλη απόσταση μεταξύ αυτής της ζωής και της κουλτούρας της καθημερινότητας ή ακόμη και της πολιτικής. Υπήρξαν διανοούμενοι που προσπάθησαν να γεφυρώσουν το χάσμα και να γίνουν προσιτοί σε ευρύτερο κοινό αλλά συχνά ανακάλυπταν ότι αυτό αντιλαμβανόταν τα λεγόμενά τους ως ακατάληπτη αργό και τους ίδιους ως ελιτιστές. Στις ΗΠΑ υπάρχει μια ισχυρή παράδοση αντι-διανοουμενισμού η οποία γίνεται πολύ φανερή στην πολιτική, όπου οι υποψήφιοι των ρεπουμπλικάνων ανταγωνίζονται για το ποιος θα εμφανιστεί εχθρικότερος απέναντι στους «ελιτιστές» διανοούμενους, ειδικούς ακόμη κι επιστήμονες.




Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου